2005-2012, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Α'
Σας ευχαριστούμε
ΑRTA PRESS


Πρώτες θεατρικές σκηνές στην Άρτα

Δημοσίευση: 16-09-2008 - Τεύχος: Τεύχος 34 (Σεπτέμβριος 2008)



Πρώτες θεατρικές σκηνές στην Άρτα

Tης Ναυσικάς Τσιμά*

Η αρχική ενασχόληση των Αρτινών με το θέατρο ήταν η συμμετοχή τους σε παραστάσεις που ανέβαζαν οι περιοδεύοντες θίασοι. Επρόκειτο κυρίως για νέα παιδιά, γεμάτα ενθουσιασμό που αναλάμβαναν δευτερεύοντες ρόλους και τεχνικές εργασίες. Τα ονόματα τους σήμερα λιγότερο ή περισσότερο άγνωστα: Γ. Καζαντζής, Α. Χαραλάμπους, Ι. Ρίγγας κ.α. Ως πληρωμή τους παρακολουθούσαν την παράδοση μαθημάτων υποκριτικής κι’ αυτό αποτελούσε τότε, μία διόλου ευκαταφρόνητη προσφορά: δεν υπήρχε κανένας άλλος τρόπος προκειμένου κάποιος να λάβει την επιθυμητή θεατρική εκπαίδευση παρά μόνο το να μαθητεύσει κοντά στους θιάσους αυτούς, οι οποίοι δεν είχαν καν τότε την συμπαγή επαγγελματική μορφή που γνωρίζουμε σήμερα. Υπήρχαν αρκετοί τέτοιοι θίασοι καθώς θεατρική δραστηριότητα είχε αναπτυχθεί ήδη στην υπόλοιπη Ελλάδα, πρωτοστατούντων βέβαια των Ιονίων Νήσων και κατόπιν της Αθήνας. Τρεις όμως από αυτούς όπως αναφέρει ο Βαφιάς Τάκης (Το Ερασιτεχνικό Θέατρο στην Άρτα, χ.ε., Αθήνα, 1995) και αντίστοιχα ως θιασάρχες τους τρεις ξεχωριστές προσωπικότητες για την Ιστορία του Θεάτρου, θα παίξουν με την παρουσία τους καθοριστικό ρόλο. Πρώτος ήταν του Ν. Λεκατσά που έφτασε στην Άρτα το 1898.
Επρόκειτο για τον άνθρωπο που θεμελίωσε το ρεαλισμό στο θέατρο της Ελλάδας μακριά από πομπώδης κινήσεις και εκφράσεις? παράλληλα, προσπάθησε αν και πολεμήθηκε πολύ, να θεμελιώσει τη διδασκαλία του θεάτρου σε ισχυρές βάσεις που είχε πάρει από την Αγγλία. Στα τέλη της ίδιας χρονιάς ο Κωνσταντίνος Νέζερ πατέρας της ηθοποιού Μαρίκας και του λιγότερο γνωστού επίσης ηθοποιού Χριστόφορου Νέζερ. Τέλος, στα 1901 ο Ευτύχιος Βονασέρας, συνεχιστής του πνεύματος του Λεκατσά, που θα δώσει μεγάλο αγώνα μετά το 1922 για τη δημιουργία θεατρικής σκηνής στο περιβάλλον των ομογενών στη Νέα Υόρκη, όπου και τελικά θα πεθάνει το 1927. Η σορός του θα εντοπιστεί σε νεκροτομείο της πόλης ανάμεσα σε αζήτητους άπορους νεκρούς. Μεγάλες αίθουσες, κατάλληλες για την παρουσίαση θεατρικών παραστάσεων δεν υπήρχαν στα τέλη του 19ου αιώνα. Μέχρι να ιδρυθούν αργότερα τα μεγάλα καφενεία της πόλης τα οποία θα φιλοξενήσουν θιάσους, τη λύση ήρθαν να δώσουν συμπολίτες που έμεναν σε αρχοντικά και μπορούσαν να διαθέσουν τις “κρεβάτες”, δηλαδή την αίθουσα της μεγάλης σάλας του αρχοντικού. Ένα τέτοιο σπίτι ήταν επί παραδείγματι, αρχοντικό του βουλευτή Σπυρίδωνος Βαρζέλη στην πλατεία Εθνικής Αντιστάσεως, το οποίο βομβαρδίστηκε το ’40 από τους Γερμανούς, αλλά και το αρχοντικό Κ. Φέζου στη γωνία Βασ. Κωνσταντίνου και Κωλέττη. Τα έργα που θα παρουσιασθούν στην πόλη της Άρτας καθόλου δεν υστερούν αναφορικά με την υπόλοιπη Ελλάδα σε οργάνωση, δραματουργικό επίπεδο αλλά και θεματολογία καθώς μάλλον ανήκουν στο πλέον πρωτοποριακό ρεπερτόριο της εποχής. Στο αρχοντικό του Βαρζέλη παίχθηκαν από το θίασο του Ν. Λεκατσά τα δύο έργα του πολυγραφότατου θεατρικού συγγραφέα Δ. Κορομηλά “Η Τύχη της Μαρούλας” και το ευρέως γνωστό Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας –με τα οποία καθιερώνεται στην Ελλάδα το κωμειδύλλιο και το δραματικό ειδύλλιο. Από τον ίδιο θίασο, παρουσιάζεται επίσης η Γαλάτεια, έργο που σηματοδοτεί το θεατρικό αποκορύφωμα  του Σπυρίδωνος Βασιλειάδη. Πρόκειται για το γνησιότερο ίσως δείγμα του νεοελληνικού ρομαντισμού, ένας συνδυασμός νεοκλασικιστικής θεματικής και νεοελληνικής δημοτικής παράδοσης, που θα μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και η φήμη του θα επεκταθεί πέραν των συνόρων της Ελλάδας. Στο αρχοντικό του Φέζου θα δραστηριοποιηθεί ο θεατρικός θίασος του Νέζερ, με έργα μονόπρακτα, όπως  “Ο Αθανάσιος Διάκος” και “Ο Άγγελος” . Επίσης κωμωδίες, όπως η “Ζητείται Υπηρέτης” του εξαιρετικά δημοφιλούς εν ζωή και πολυβραβευμένου Μπάμπη Άννινου από την Κεφαλονιά.
Στο ίδιο μέρος δηλαδή, στη σάλα του αρχοντικού του Φέζου, θα παρουσιαστεί η πιο συγκινητική ίσως παράσταση που παρακολούθησαν τότε οι Αρτινοί, με ένα έργο που ήδη βάρυνε τους ώμους του ένα επώδυνο παρελθόν: η Φαύστα του αμφιλεγόμενου Δημητρίου Βερναρδάκη, από το θίασο του Ε. Βονασέρα, έργο στο οποίο πρωταγωνίστησε η γυναίκα του Πιπίνα.
Στα Γιάννενα που είχε παρουσιαστεί (ακόμη υπόδουλα τότε και ως το 1913 στους Τούρκους) τόσο πολύ είχε εκνευρίσει τους κατακτητές, που ακολούθησαν συλλήψεις και κρατήσεις: όσοι ηθοποιοί δε μπόρεσαν να ξεφύγουν οδηγήθηκαν αλυσοδεμένοι στην φυλακή και κρατήθηκαν 6 μήνες δίχως καμία εξήγηση: αφού αθωώθηκαν και αφέθηκαν ελεύθεροι τους απάντησαν ότι απλώς, ‘έφταιγε το έργο’. Προφανώς “έφταιγε” το συγκεκριμένο έργο διότι όπως αναφέρει ο ιστορικός θεάτρου Γιάννης Σιδέρης συνάδει με την περίφημη Μεγάλη Ιδέα, αποτελώντας τη θεατρική έκφραση της, κάτι το οποίο φυσικά αντιλήφθηκαν οι Τούρκοι και δε μπορούσαν να το αγνοήσουν. Ο Βονασέρας και η οικογένεια του γλίτωσαν διότι είχαν αγγλική υπηκοότητα.
Όταν κατατρεγμένος από τους Τούρκους έφθασε το 1901 στην Άρτα μαζί με 3–4  ηθοποιούς, τον έπεισαν να μείνει νεαροί Αρτινοί, που εμφανίσθηκαν μπροστά του πρόθυμοι να συμμετέχουν σε πρόβες και να τον βοηθήσουν.  Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό και μάλιστα οι εισπράξεις από τη μία παράσταση δόθηκαν υπέρ των φυλακισμένων. Ο Τάκης Βαφιάς  μεταφέρει τις αναμνήσεις που του είχε διηγηθεί ο πατέρας του: «Η κρεβάτα του σπιτιού του Φέζου την βραδιά εκείνη ήταν γεμάτη από κόσμο. Πολλοί δε παρακολούθησαν την παράσταση όρθιοι. Ύστερα από κάθε πράξη, ο κόσμος ξεσπούσε σε χειροκροτήματα. Στο τέλος της παράστασης ο δήμαρχος Αντώνης Γαρουφαλιάς, υπό τα ενθουσιώδη χειροκροτήματα πρόσφερε στην πρωταγωνίστρια Πιπίνα Βονσέρα δάφνινο στεφάνι.» Δεν υπήρξε πάντως καμία παράσταση της περιόδου που να μην την περιέθαλψαν οι Αρτινοί με τα χειροκροτήματά τους που έδειχναν έκδηλα την αγάπη τους απέναντι σ’ αυτούς τους θιάσους με αντίστοιχες ενέργειες, όπως η ρίψη λουλουδιών.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, δύο μεγάλες σκηνές αρχίζουν λειτουργούν στην Αθήνα: το Βασιλικό Θέατρο με σκηνοθέτη το Θωμά Οικονόμου και η Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου. Καθώς η Άρτα αρχίζει να κινείται σε πιο σταθερό οικονομικό/ κοινωνικό πεδίο και το κλίμα επέτρεπε την ανάπτυξη καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων, όλη η μέχρι τότε θεατρική ζωή θα βρει στέγη στο θεσμό του ‘Δραματικού Συλλόγου Άρτης’. Το όραμα του Σοφοκλή Κατσαδήμα, με οδηγό τα πρότυπα των προαναφερθέντων μεγάλων θεάτρων, πήρε σάρκα και οστά το 1903 στα γραφεία του Συλλόγου ‘Σκουφάς’, όπου υπογράφηκε το πρακτικό ίδρυσης. Μία νέα εποχή για το θέατρο στην Άρτα, μόλις μετρούσε τις πρώτες της ώρες.
Ιδιαίτερη βαρύτητα για το θέατρο ως καλλιτεχνικό είδος εκείνον τον καιρό στην Άρτα, έχει η μελέτη του Τάκη Βαφιά και η οποία αποτελεί βάση της παρούσης αναδρομής. Ο ίδιος εξάλλου υπήρξε σημαντικός παράγοντας στη διατήρηση της ιδέας του θεάτρου στην πόλη, σε μίαν άλλη, μεταγενέστερη αλλά εξίσου δύσκολη περίοδο, που σηματοδοτεί η έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου.

(Ευχαριστώ θερμά την Εθνική Βιβλιοθήκη για την παραχώρηση του σχετικού υλικού).

 

*Η Ναυσικά Τσιμά είναι
υποψήφια διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών