2005-2012, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Α'
Σας ευχαριστούμε
ΑRTA PRESS


Όταν η ποίηση επιβραβεύεται

Δημοσίευση: 03-03-2011 - Στήλη: Βιβλίο - Τεύχος: Τεύχος 59 (Μάρτιος 2011)



Πάνω από μισό αιώνα παρουσίας έχει κλείσει η Κική Δημουλά στα ποιητικά μας πράγματα, με τα «Εύρετρα» να αποτελούν, μαζί με τη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων της το 1988, το δέκατο έκτο ποιητικό βιβλίο της. Μέλος της Ακαδημίας, βραβευμένη τρις με Κρατικό Βραβείο (το 1972 για το «Λίγο του κόσμου», το 1989 για το «Χαίρε ποτέ», λίγες μέρες πριν με το Μεγάλο Βραβείο για το σύνολο του έργου της), συν ένα βραβείο Ουράνη, συν το περσινό Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας, μπορεί κανείς να ισχυριστεί σήμερα, στα ογδόντα χρόνια της –όχι χωρίς να στενοχωρήσει ορισμένους–, ότι είναι η σημαντικότερη εν ζωή ποιητική φωνή της Ελλάδας.

Ωστόσο, αυτό που κάνει το «φαινόμενο Δημουλά» εντελώς ξεχωριστό, ακόμη και για τη χώρα μας, χώρα μεγάλων ποιητών (που όμως χρειάστηκε πρώτα να τιμηθούν με Νόμπελ ή να μελοποιηθούν για να «περάσουν» στο λαό), είναι η τεράστια απήχησή της, τόσο ως ποιήτριας όσο κι ως πρόσωπο που εκφέρει λόγο. Ακόμη και οι τελευταίες ποιητικές συλλογές του νομπελίστα Ελύτη, τη δεκαετία του ΄90, αν και αποτελούσαν σημαντικά γεγονότα, δεν έκαναν τόσους πολλούς ανθρώπους να τρέξουν στο βιβλιοπωλείο. Οι εκπομπές στις οποίες έχει εμφανιστεί στην τηλεόραση μεταδίδονται κι αναμεταδίδονται, με σημαντική για το είδος τους θεαματικότητα, ενώ άμα τη εμφανίσει της σε δημόσιους χώρους (π.χ. στο Μέγαρο, πριν λίγα χρόνια) συρρέουν πλήθη.

Η ποίησή της, χαμηλόφωνη, εσκεμμένα «μικρού» βεληνεκούς –τα περισσότερα ποιήματά της χωράνε σε μία, άντε σε δύο σελίδες– χαρακτηρίζεται από την ουσιαστικοποίηση αφηρημένων εννοιών («Ευλαβούμαι Ανάγκη, / ότι εσύ έπλασες το συνεχές του κόσμου, / το δώσ’ μου, το δεν έχω του.») τον εξομολογητικό τόνο («Τη στάχτη κατά βάθος δεν τη συμπαθώ»), την παιγνιώδη διάθεση («Καταζητούμαι. Διέρρηξα το βίο μου.»), την απομυθοποιητική λειτουργία («Όχι, άλλες πληροφορίες για τον έρωτα δεν έχω»). Από αυτή την άποψη, ίσως ο πιο χαρακτηριστικός τίτλος ποιητικής της συλλογής να ήταν εκείνο το «Το λίγο του κόσμου», του 1971. Εξύμνηση του λίγου, του μικρού, του εσωτερικού χώρου, της καθημερινότητας, δυσπιστία στις μεγάλες αφηγήσεις, διαρκής αυτοϋπονόμευση. «Κι όμως το ξέρουμε / τι πόλος έλξης είναι το μικρό / για το θηριώδες», γράφει στο ποίημα «Φταίμε κι εμείς». Για να συνεχίσει: «παράδειγμα πόσο η μεγάλη απώλεια / έλκεται απ’ το μικρό σκουλήκι».

Στα «Τα εύρετρα», η ποιήτρια έχει χτυπήσει φλέβα χρυσού. Ακόμη και με μια γρήγορη ματιά, διακρίνει κανείς στίχους που θα διακινηθούν από στόμα σε στόμα, φράσεις σύντομες και υποβλητικές σαν συνθήματα ενός άλλου κόσμου. Υπάρχουν ποιήματα για όλα τα γούστα και όλα τα βαλάντια: Μεγάλες παιγνιώδεις συνθέσεις, μικρά ξαφνιάσματα, κλεισίματα του ματιού για τους επιπόλαιους όσο και για τους επίπονους αναγνώστες• ακόμη και για τους κριτικούς. «Λίγο να μην τεμπέλιαζε ο νους μου/ και να μην το ’ριχνε στο χύμα / λίγο τραγουδιστά να εξαπατούσανε / τη σοβαρότητα η στίχοι του / θα είχε προ πολλού μελοποιηθεί / εκείνο το άγραφο ακόμη όνειρό μου» («Συν Αθηνά και χείρα κίνει»).

Η καθημερινότητα, με τα τελετουργικά της, τα αντικείμενά της, τους καφέδες, τα φλιτζάνια, τα τσιγάρα, είναι και πάλι εδώ, ωστόσο τα περισσότερα ποιήματα διακρίνονται από ένα «πέταγμα» προς το ανοίκειο, λες και η συνομιλία με τον καθημερινό κόσμο να έχει φτάσει σε κάποιο όριο («όλα κλειστά / πουθενά φαρμακείο / μάταια επιμένει / κάτι να πονάει» («Κεραμεικός – Κυριακή). Και βέβαια, πανταχού παρών, το ζωτικό χιούμορ, που εκτρέπεται προς την αλληγορία: «Βάρκα ελήφθη / κουπί και θάλασσα όχι. / Αμέλησες ή τα έκλεψε η ίδια / η μεταφορική τους σημασία; (Τηλεγράφημα επείγον)»

*Ο Κώστας Κατσουλάρης είναι συγγραφέας και βιβλιοκριτικός.
kostas.katsoularis@gmail.com