2005-2012, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Α'
Σας ευχαριστούμε
ΑRTA PRESS


Χριστίνα Kallas - εν αρχή ην το σενάριο




 

Μια νέα εποχή για το σενάριο και τον κινηματογράφο

Της ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ KALLAS - ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ

Είναι αλήθεια πως τα τελευταία χρόνια το σενάριο αρχίζει να κατακτά σιγά-σιγά τη θέση που του αξίζει. Εχει εισαχθεί πλέον ως μάθημα στα πανεπιστήμια και στις ακαδημίες, ενώ παράλληλα όλα σχεδόν τα κρατικά, αλλά και τα λίγα ιδιωτικά ταμεία χρηματοδότησης των οπτικοακουστικών μέσων στην Ευρώπη, είτε σε εθνικό είτε σε διεθνές επίπεδο, αφιερώνουν ένα τμήμα του προϋπολογισμού τους στη χρηματοδότηση σεναρίου.

Η συνσυγγραφή ενός κινηματογραφικού σεναρίου με το σκηνοθέτη είναι κάτι που συνηθίζεται αυτή τη στιγμή σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Όπου λειτουργεί αυτό το σχήμα δημιουργούνται προβλήματα, επειδή ακριβώς ο σκηνοθέτης θέλει να επιβάλλει τη δική του άποψη στο σεναριογράφο, να υπηρετεί ο σεναριογράφος τη θεώρηση του σκηνοθέτη, κάτι που δεν αποβαίνει πάντα σε καλό για το σενάριο. Η συνσυγγραφή στο σενάριο είναι περισσότερο δύσκολη απο οποιαδήποτε άλλη μορφή γραφής και καθίσταται προβληματική για το ίδιο το σενάριο. Φανταστείτε εναν κόσμο όπου γνωστοί και σεβαστοί σε όλους συγγραφείς μυθιστορημάτων να γράφουν μόνο όποτε και ό,τι θέλει ο εκδότης και ακριβώς όπως το θέλει. Δεν θα χάναμε κάποια από τα αριστουργήματα της λογοτεχνίας;
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να επιδιώκει κανείς συνεργασίες. Οι μόνοι σκηνοθέτες και σεναριογράφοι που κάνουν ταινία κάθε χρόνο είναι αυτοί που δουλεύουν σε ομάδες: Ο Michael Winterbottom για παράδειγμα δουλεύει ακριβώς έτσι. Ο παραγωγός με τον οποίο συνεργάζεται προετοιμάζει την επόμενη ταινία ενώ ο σεναριογράφος γράφει την μεθεπόμενη, κι όμως όλες είναι και για τους τρεις προσωπικές ταινίες. Η δημιουργία παρόμοιων δημιουργικών ομάδων με κοινό κώδικα σε αντικατάσταση του παρωχημένου μοναχικού δημιουργού είναι κάτι που οι σύγχρονες κινηματογραφικές σχολές προωθούν με ιδιαίτερη ζέση. Είναι άλλωστε εξίσου θλιβερό λαμπροί σεναριογράφοι να στρέφονται στο μυθιστόρημα ή να γίνονται μέτριοι σκηνοθέτες όπως και λαμπροί σκηνοθέτες να μην μπορούν να αναδειχτούν γιατί στηρίζονται στο μέτριο σενάριο τους.

ΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ ΩΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΙΔΟΣ
Η σεναριογραφία απαιτεί τη δημιουργικότητα ενός παραμυθά (storyteller) και την τεχνική και γνώση, τη μαστοριά ενός δραματουργού και κινηματογραφιστή, δηλαδή είναι απαραίτητο ο σεναριογράφος να γνωρίζει τόσο τους κανόνες της συγγραφής δράματος όσο και τις οπτικοακουστικές ιδιαιτερότητες. Η πιο συναρπαστική δουλειά έρχεται απο σεναριογράφους που αγαπούν και προτιμούν τον οπτικοακουστικό τρόπο γραφής και δεν τον αντιμετωπίζουν ως ένα ενδιάμεσο στάδιο στον δρόμο για την συγγραφή μυθιστορήματος η για τη σκηνοθεσία. Και που τα καταφέρνουν να μείνουν πιστοί στον στόχο και στη φωνή τους, παρά τις αντιξοότητες. Η ιδέα ότι οι σεναριογράφοι είναι δημιουργοί/καλλιτεχνες και όχι τεχνικοί και ότι το σενάριο είναι καλλιτεχνικά αποδεκτό δεν είναι βέβαια νέα, αλλά πολύ συχνά αμφισβητείται. Ένα από τα βασικά επιχειρήματα ήταν πάντα το υψηλό κόστος παραγωγής. Αλλά και αυτό το επιχείρημα εξαντλείται καθώς βρισκόμαστε εν μέσω μιας επανάστασης στον χώρο κυρίως λόγω της ραγδαίας εξέλιξης των ψηφιακών μέσων, που κατεβάζει το κόστος επικίνδυνα αλλά αλλάζει και τις δομές παραγωγής και διανομής. Σε λίγο όλοι θα μπορούν να γυρίσουν μια ταινία - θα μπορούν όμως να γράψουν ένα καλό σενάριο; Λόγω του υψηλού κόστους της παραγωγής ένα σενάριο τουλάχιστον μέχρι σήμερα μπορεί να γυριστεί μόνο μια φορά: και αυτό φαίνεται να αλλάζει. Ετσι είναι πολύ πιθανό στο μέλλον το ίδιο σενάριο να κινηματογραφείται, από διαφορετικούς σκηνοθέτες, διατηρώντας έτσι την αυτονομία του ως λογοτεχνικό είδος, κάτι βέβαια που θα αλλάξει ριζικά την αντίληψή μας για το τι είναι σενάριο.
Το σενάριο είναι κάτι σαν ο συνδυασμός της παρτιτούρας και του λιμπρέττου στην όπερα ή στο μιούζικαλ η του αρχιτεκτονικου σχεδιου – και τα δυο είναι αναπόσπαστο και βασικότατο μέρος της παράστασης ή του κτίριου. Επομένως είναι απόλυτο και σημαντικότατο τμήμα της κινηματογραφικής ταινίας κι ετσι μιλάμε για τον διττο χαρακτηρα του σεναριου αφενος ως λογοτεχνικού έργου και αφετερου ως τμημα μιας νεας δημιουργιας, ο σεναριογραφος δηλαδη ως συνδημιουργος.
Το σενάριο δεν είναι λογοτεχνία, θα πουν κάποιοι. Επιτρέψτε μου να διαφωνήσω. Κατ΄ αρχάς, υπάρχει μια τελείως αδικαιολόγητη παράδοση περιφρόνησης που είναι καλό πια να σπάσει. Οι λογοτέχνες και οι εκδότες περιφρονούν τους σεναριογράφους ως μη εφάμιλλους συγγραφείς, ενώ οι κινηματογραφικοί σεναριογράφοι περιφρονούν τους τηλεοπτικούς, παρόλο που στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες εκείνοι είναι πολύ πιο γνωστοί στο κοινό και αντιμετωπίζονται με πολύ μεγαλύτερο σεβασμό στο χώρο εργασίας τους. Δεν είναι ιδιαιτερότητα ελληνική το κοινό να γνωρίζει τον σεναριογράφο ενός τηλεοπτικού προγράμματος και όχι τον σκηνοθέτη του.
Από την άλλη μεριά τα τελευταία χρόνια εμφανίζονται όλοι και περισσότεροι σεναριογράφοι που δίνουν νέα έμφαση στην ιδέα του σεναριογράφου ως λογοτέχνη αλλά και ως δημιουργού της κινηματογραφικής ταινίας. Θα ονοματίσω τον Charlie Kaufman (Being John Malkovitch, Adaptation, The Eternal Sunshine of a Spotless Mind), τον Guillermo Arriaga (Amores Perros, 21 Grams. Three Burials of Melquiades Estrada), τον Andres Tomas Jensen (Wilbur wants to kill himself, Mifune, Open Hearts, Brothers), τον Paul Haggis που μόλις έλαβε το Oscar για Best Original Screenplay δύο φορές απανωτά, μια για το Crash (Best Bicture) και πριν από αυτό για το Million Dollar Baby, που φέρνουν στην συζήτηση τη σεναριογραφία ως τη λογοτεχνική μορφή του 21ου αιώνα. Ολοι αυτοί, με τη δουλειά τους, έχουν ενισχύσει την αντίληψη που θέλει το σεναριογράφο βασικό και πρωταρχικό δημιουργό της κινηματογραφικής παραγωγής και όχι απλώς έναν "συντελεστή".  Eίναι οι πιονέροι μιας νέας εποχής για το σενάριο και τον κινηματογράφο και δεν αποτελούν απλώς μια εξαίρεση! Ολο και περισσότεροι σέβονται το σεναριογράφο και το ρόλο του στην παραγωγή μιας ταινίας, όπως επίσης όλο και περισσότεροι αναγνωρίζουν το σενάριο ως ένα ξεχωριστό λογοτεχνικό είδος του 21ου  αιώνα.

H ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ AUTEUR
Θα αλλάξει η νέα αυτή εποχή την αντίληψη ότι ο σκηνοθέτης είναι "ο πρωταρχικός δημιουργός σε μια κινηματογραφική συνεργασία", όπως δηλώνουν προκλητικά οι οπαδοί της θεωρίας του ωτέρ; Είναι πολύ πιθανόν. Ο χαρακτηρισμός αυτός άλλωστε ακούγεται ως παράδοξο: Η προσωπολατρεία και η ρομαντική ιδέα περί μεγαλοφυίας, που είναι η βάση του σινεμά του auteur, αντιτίθεται στη φύση της συνεργασίας που απαιτεί το σινεμά. Κανένας δεν ωφελείται απο αυτήν τη ανόητη επιμονή για ένα "σινεμά του δημιουργού", αντιθέτως πολλοί καλοί σεναριογράφοι εγκατέλειψαν την τέχνη τους, επειδή δεν είχαν τον απαραίτητο σεβασμό. Ο Μπίλυ Γουάιλντερ και ο Πρέστον Στάρτζες ήταν σεναριογράφοι και έγιναν σκηνοθέτες για να προστατέψουν τα σενάριά τους, αν και παραδόξως τους αντιμετωπίζουμε ως σκηνοθέτες που έγραψαν τα σενάριά τους και όχι το αντίθετο.Από τότε αρκετοί άλλοι σεναριογράφοι τους μιμήθηκαν.
Ας σταθούμε όμως λίγο στην περίφημη θεωρία του auteur. Κατ΄ αρχάς κακώς ονομάζεται θεωρία, καθώς κάθε προσπάθεια να υποστηριχτεί ως θεωρία, δηλαδή συστηματικά και επιστημονικά απέτυχε. Αντιθέτως όπως έχουν δείξει σχετικές μελέτες ξεκίνησε ως πολεμική των Cahiers du Cinema τη δεκαετία του 60, ονομάστηκε θεωρία από τον Αμερικανό κριτικό Αndrew Sarris που χρόνια μάλωνε σχετικά με τον συνάδελφο του Κόρλις, που υποστήριζε την αντίθετη άποψη ότι ο σκηνοθέτης είναι ερμηνευτικός και όχι δημιουργικός καλλιτέχνης γιατί δεν δημιουργεί από το τίποτα εφόσον ξεκινάει από το σενάριο, συνέχισε ως στάση και ιδεολογία και σήμερα συνεχίζει να υπάρχει ως εμπορική στρατηγική γιατί εξυπηρετεί τόσο τους κριτικούς κινηματογράφου όσο και τους διανομείς. Είναι πολύ πιο απλό να αναφερθείς στην ταινία "Ο Ταξιτζής" του Martin Scorsese παρά στην ταινία του "Ο Ταξιτζής" του Martin Scorsese και του Paul Schrader. H Eνωση Σκηνοθετών της Aμερικής εχει επιβάλλει τον μονό τίτλο στην σκηνοθεσία (πράγμα που δεν ηταν παντα ετσι, δες το "Gone with the Wind" των Victor Fleming, George Cukor και Sam Wood), ενώ η Ένωση Σεναριογράφων δέχεται πολλαπλούς τίτλους. Φανταστείτε λοιπόν να λέγαμε η ταινία "Tootsie" των Larry Gelbart, Barry Levinson, Elaine May, Don McGuire και Murray Schisgal: πιο βολικό δεν είναι να λέμε το "Tootsie" του Sydney Pollack; Ναι, αλλά και αναληθές και άδικο.
Η θεωρία των Cahiers προωθεί αυτό που ονομάζουμε cult of personality, τον μύθο της ιδιοφυίας και διαχωρίζει εντέλει τους σκηνοθέτες (δες Hitchcock και John Huston) σε auteurs και μη auteurs, δηλώνοντας μάλιστα ότι μια κακή ταινία ενός auteur είναι προτιμότερη και πιο αξιόλογη από μια καλή ταινία ενός σκηνοθέτη μη δημιουργού. Eιναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι για την θεωρία λίγοι σκηνοθέτες είναι σκηνοθέτες- δημιουργοί, δηλαδή το αυτονόητο του συνδυασμού σκηνοθέτης και δημιουργός είναι λάθος ακόμη και για τη θεωρία του auteur.
Ενα θεμα που συζητιεται πολυ πια είναι ότι η ιστορία του κινηματογράφου έχει  διαπράξει εν πολλοίς ένα έγκλημα εις βάρος των σεναριογράφων - για παράδειγμα ο Mankiewitz που έγραψε το αριστοτεχνικό "Citizen Kane" συχνά δεν αναφέρεται καν για χάρη του Orson Welles. Συγχρόνως ξεχνάμε ότι η θεωρία του auteur είναι σχετικά πρόσφατη - τα πρώτα πενήντα χρόνια οι ταινίες ήταν των παραγωγών, μετα για τους λόγους που προανέφερα, έγιναν των σκηνοθετών. Ίσως τα επόμενα πενήντα να ανήκουν ξανά στους παραγωγούς ή και στους σεναριογράφους, μια που πολλοί ονομάζουν τον αιώνα που διανύουμε, αιώνα του περιεχομένου. Άλλωστε ήδη υπάρχουν οι πρώτες προτάσεις, όπως η θεωρία Schreiber, που αντιτάσεται στην θεωρία του auteur, αναδεικνύοντας την καλλιτεχνική ταυτότητα στο έργο των σεναριογράφων. Σημασία πάντως έχει να κατανοήσουμε ότι ο κινηματογραφος είναι συλλογική μορφή τέχνης και ότι η θεωρία του σκηνοθέτη-δημιουργού παραποιεί αυτή την πραγματικότητα.
Είναι ο καιρός να  ξανακοιτάξουμε το σινεμά με έναν διαφορετικό τρόπο απο εκείνον που τον αντιμετωπίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες. Ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος χρειάζεται να προσελκύσει, να αναδείξει και να κρατήσει τους δικούς του σεναριογράφους.

Η Χριστίνα Kallas-Καλογεροπούλου είναι σεναριογράφος – παραγωγός και πρόεδρος της FSE (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Σεναριογράφων) που ενώνει 9.000 σεναριογράφους και 21 εθνικούς οργανισμούς από όλη την Ευρώπη.
Kαλλιτεχνική διευθύντρια του Balkan Fund και μέλος
του German Federal Film Board FFA Commission
για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης σεναρίων.
Μέλος της Ευρωπαϊκής και της Γερμανικής Ακαδημίας
Κινηματογράφου, της Ένωσης Σεναριογράφων Ελλάδας
και μέλος του προεδρείου της Ένωσης Σεναριογράφων της Γερμανίας. Διδάσκει σεναριογραφία από το 1998
στην Ακαδημία Κινηματογράφου και Τηλεόρασης
ου Βερολίνου και από το 2004 στο τμήμα Κινηματογράφου του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης.
Στο ενεργητικό της περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων
οι ταινίες μεγάλου μήκους “i.d” (συμμετοχή στο Διεθνές
Διαγωνιστικό του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1994),
“Loves Lies” (βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ του Μόναχο το 1997),  “The Commissioner” με τους John Hurt
και Armin Mueller – Stahl (επίσημο διαγωνιστικό
στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 1998)
καθώς και η βραβευμένη ως καλύτερη γερμανική
τηλεοπτική σειρά Edel & Starck (2001-2003).
Συγγραφέας τριών βιβλίων για
τον κινηματογράφο και το σενάριο.