|
Κι ενώ τα ανοιξιάτικα βιβλία έχουν ήδη αρχίσει να καταφτάνουν στα δημοσιογραφικά γραφεία, εμείς εδώ θα επιστρέψουμε για λίγο στη χρονιά που πέρασε, για να δούμε τέσσερα λογοτεχνικά βιβλία που για διάφορους λόγους διέλαθαν της προσοχής μας μέχρι σήμερα. Βιβλία που, είτε επειδή παράπεσαν μέσα στο χάος των εκδόσεων, είτε επειδή προς το τέλος της χρονιάς, κι άρα και πάλι παράπεσαν, οπότε δεν κατάφεραν να στριμωχτούν στους μέχρι σήμερα απολογισμούς μας για το χειμώνα.
Κι ας αρχίσουμε με δύο καβαλιώτες συγγραφείς, τον Κοσμά Χαρπαντίδη και τον Πρόδρομο Χ. Μάρκογλου. Ειρήσθω εν παρόδω, αξίζει να επισημάνουμε ότι η Καβάλα έχει τα τελευταία χρόνια εξελιχθεί σε σημαντικό πνευματικό κέντρο της μη αθηναϊκής Ελλάδας. Ποιητές (όπως είναι άλλωστε κι ο Μάρκογλου), διηγηματογράφοι (π.χ. Ηλίας Παπαμόσχος), ακόμη όμως και τραγουδοποιοί τραγουδιστές ή μουσικοί, χαρίζουν σ’ αυτή την πόλη ένα ιδιαίτερο άρωμα (κι όχι μόνον χάριν του καφέ Η μυροβόλος, που ενέπνευσε τον Αργύρη Μπακιρτζή). Επιπλέον, η Καβάλα (όπως λιγότερο και η Βέροια, ο Βόλος, η Άρτα, θέλουμε να πιστεύουμε) αποτελεί ζωντανή απόδειξη ότι η σημερινή επαρχιακή πόλη δεν είναι αναγκαστικά συνώνυμο του επαρχιωτισμού, της ξενοφοβίας, της φτήνιας και του σκυλάδικου. Κι ότι συχνά μια χούφτα άνθρωποι μπορούν να κάνουν τη διαφορά.
Διηγηματογράφος μέχρι σήμερα, ο 48χρονος Κοσμάς Χαρπαντίδης βάζει το στοίχημα του μυθιστορήματος, όντας ενήμερος απ’ ό,τι φαίνεται για τις δυσκολίες που συναντά κανείς στο πέρασμα από τη μικρή φόρμα στη μεγάλη – ιδιαίτερα, το έχουμε ξαναπεί αυτό με άλλη αφορμή, αν ζει στην επαρχία, αν οι ορίζοντές του είναι οι ορίζοντες του μικρού τόπου του. Στα Δώρα του πανικού (Κέδρος, 2006) ο Χαρπαντίδης εκκινεί, όπως τόσο συχνά στις μέρες μας, από μια πραγματική ιστορία που συνέβηκε στην πόλη του πριν μερικές δεκαετίες: την ιστορία ενός γνωστού ομοφυλόφιλου που «προκάλεσε» τα ήθη της μικρής κοινωνίες της Καβάλας και βρέθηκε δολοφονημένος. Ο Χαρπαντίδης αναπλάθει την ιστορία του, αναπτύσσοντας παράλληλα μια δεύτερη αφηγηματική γραμμή στην οποία ο συγγραφέας εκθέτει τους δικούς του προβληματισμούς και τις δυσκολίες που συναντά στην προσπάθειά του να συνθέσει ένα μυθιστόρημα (είδος σύμφυτο με τους μεγάλους ορίζοντες, όπως προείπαμε) ζώντας και δημιουργώντας σε μια επαρχιακή πόλη. Οι αναζητήσεις αυτές του αφηγητή που παρακολουθεί το έργο του καθώς δημιουργείται βαραίνουν ωστόσο από ένα σημείο και μετά το συνολικό σχέδιο και αδυνατίζουν την υποβλητικότητα του αρχικού υλικού.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τα Δώρα του πανικού είναι ένα από τα ενδιαφέροντα μυθιστορήματα της χρονιάς που πέρασε.
Ο έτερος Καβαλιώτης, ποιητής μα και βραβευμένος διηγηματογράφος, ο 70χρονος Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, με την Καταδολίευση (Κέδρος, 2006) κάνει κι αυτός το άνοιγμά του στη μεγαλύτερη φόρμα. Οι αλλαγές που σημάδεψαν τη ζωή της πόλης και των ανθρώπων της κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 60 και μετά, είναι με δύο λόγια ο θεματικός καμβάς πάνω στον οποίο σκιαγραφεί ο Μάρκογλου τους ήρωές του. Η Καβάλα, κέντρο του καπνεμπορίου της εποχής, αρχίζει σιγά σιγά να παρακμάζει, επηρεάζοντας όλη την κοινωνική σύνθεση της πόλης. Οι ήρωες, μεγαλόσχημοι της περιοχής ή ταπεινοί κάτοικοι, προσπαθούν να προσαρμοστούν στα καινούργια δεδομένα, ενώ ένα καινούργιος τύπος ανθρώπου, χωρίς ηθικές ή άλλες αναστολές, αρχίζει να αναδύεται. Φροντισμένη γλώσσα, ολοκληρωμένοι χαρακτήρες, παρά την κάπως παλιομοδίτικη αίσθηση που αποπνέει η όλη σύνθεση.
Τέλος, δύο πρωτοεμφανιζόμενοι συγγραφείς που, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, έκαναν κι οι δύο αίσθηση τη χρονιά που πέρασε. Η Ελευθερία Δημητρομανωλάκη δίνει με την Ηγεμονία της Ευτυχίας (Μεταίχμιο, 2006) ένα ισορροπημένο μελλοντολογικό μυθιστόρημα, με φροντισμένη γλώσσα και ενδιαφέρουσες ιδέες. Στο κοντινό μέλλον, κι έπειτα από μια πυρηνική καταστροφή, οι ταξικές διαφορές έχουν μετατράψει την κοινωνία σ’ ιδιότυπο σύστημα από κάστες, που δύσκολα επικοινωνούν μεταξύ τους. Τα διάφορα κέντρα εξουσίας, συχνά σε ανταγωνισμό, προσπαθούν να ασκήσουν ολοκληρωτικό έλεγχο πάνω στον πληθυσμό, ευτυχώς χωρίς απόλυτη επιτυχία. Η Γιατρομανωλάκη ακροβατεί πάνω σ΄ ένα τεντωμένο σχοινί και καταφέρνει να φέρει σε πέρας το μυθιστόρημά της χωρίς να φάει τα μούτρα της. Με τέτοιο υλικό, για πρώτη δουλειά, η επιτυχία είναι προφανής.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αν και για τελείως διαφορετικόυς λόγους, έχει και το μυθιστόρημα του νεότατου (γεν. 1980) Δημήτρη Καλαβρή, Άγγελος τιμωρός (Μεταίχμιο, 2006). Η ελληνική επαρχία, κάπου ανάμεσα στον μαγικό ρεαλισμό της Φακίνου και τον ανορθόδοξο λυρισμό του Μάτεσι, σκιαγραφείται με δύναμη και ευφάνταστες επινοήσεις από τον νεαρό συγγραφέα. Αναμένουμε με ενδιαφέρον το δεύτερο βήμα.
*Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΤΣΟΥΛΑΡΗΣ
είναι συγγραφέας και βιβλιοκριτικός.
kostas.katsoularis@gmail.com |