Διαβάζω στην Ελευθεροτυπία για τον δήμαρχο του Τορόντο Ντέϊβιντ Μίλερ που κατάφερε να πρασινίσει (ακόμα) περισσότερο την πόλη του, εφαρμόζοντας ένα πρόγραμμα που έφερε την ονομασία “Live Green”, δηλαδή «Ζήσε πράσινα». Παράλληλα πέτυχε να αντιμετωπίσει τη διαφθορά στην Τοπική Αυτοδιοίκηση (δυστυχώς ανθεί και στις πιο προηγμένες χώρες), στέλνοντας στον εισαγγελέα όλους τους συμβούλους και τους υπαλλήλους που είχαν αναμιχθεί σε σκάνδαλα. Η πολιτική του αυτή επιβραβεύτηκε από τους κατοίκους του Τορόντο και το 2006 τον επανεξέλεξαν πανηγυρικά με ποσοστό 60%. Αυτός ο επιτυχημένος και δημοφιλής δήμαρχος λοιπόν δεν θα είναι ξανά υποψήφιος στις επόμενες εκλογές, διότι δεν πιστεύει στη μονιμότητα των δημόσιων αξιωμάτων.
Συγκρίνοντας τα παραπάνω με τα δικά μας με πιάνει μελαγχολία. Τοπικοί άρχοντες με δύο θητείες ελαχιστότατου έργου στην πλάτη όχι μόνο δεν αποσύρονται σεμνά και ταπεινά, αλλά αντιθέτως, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής και με περισσή αλαζονεία, απαιτούν να συνεχίσουν προκειμένου να ολοκληρώσουν αυτό που δεν κατάφεραν σε οκτώ χρόνια. Καλοί χειριστές του λόγου υποκαθιστούν την πολιτική με την επικοινωνία. Τα έργα με τα παχιά λόγια. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα στο μεγαλύτερο τμήμα της υπήρξε χώρος «απόσυρσης» πρώην βουλευτών, κομματαρχών, πολιτευτών και συνταξιούχων πάσης φύσεως και σε ένα πολύ μικρό τμήμα στελεχώθηκε από ανήσυχους «αυτοδιοικητικούς», εραστές του τόπου τους, που έκαναν τη διαφορά. Στο μεταπολιτευτικό τοπίο, τα κόμματα μετέφεραν την πολιτική τους αντιπαράθεση και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση , επειδή είτε ήθελαν να επιβεβαιώσουν την εκλογική τους δύναμη είτε να πάρουν τη ρεβάνς από τις βουλευτικές εκλογές. Οι δημότες, σ΄ένα συντριπτικά μεγάλο ποσοστό, έσπευδαν να στοιχηθούν άκριτα πίσω από όσους έπαιρναν από τα κεντρικά το «χρίσμα», ακόμα και αν οι τελευταίοι δεν ήξεραν «να μοιράσουν δύο γαϊδουριών άχυρα».
Με τα γνωστά αποτελέσματα: άσχετοι άνθρωποι, με ελάχιστη παιδεία και ανύπαρκτη αισθητική, να καθορίζουν το μέλλον των πόλεων. Τις οποίες, τελικά τις έκαναν όπως τα μούτρα τους. Δεν ξέρω αν και κατά πόσο με τον «Καλλικράτη» τα πράγματα θα αλλάξουν προς το καλύτερο, ωστόσο ελπίζω πως περισσότεροι πολίτες με κοινό νου και αγάπη για τον τόπο τους, θα πάρουν την τύχη των πόλεων που ζουν στα χέρια τους, χωρίς να βασίζονται, πλέον, στα λόγια και τις υποσχέσεις των επιτήδειων.