2005-2012, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Α'
Σας ευχαριστούμε
ΑRTA PRESS


TΑΚΗΣ ΣΟΥΚΑΣ

Δημοσίευση: 13-04-2010 - Τεύχος: Τεύχος 50 (Απρίλιος 2010)



Ο συνθέτης των μεγάλων λαϊκών ερμηνευτών

Μια συζήτηση εκ βαθέων με τον καταξιωμένο Αρτινό δημιουργό που ξεκίνησε από τις γειτονιές της Άρτας για να αποθεωθεί στα μεγαλύτερα λαϊκά πάλκα.


Γόνος μεγάλης μουσικής οικογένειας, των Σουκαίων, γιος του αξέχαστου βιολιτζή Φώτη Σούκα, περπάτησε από νωρίς στα χνάρια τους. Έμαθε σαντούρι με τα πρώτα γράμματα, καθώς έπαιζε πλάι στον πατέρα του σε γάμους και πανηγύρια και αγωνίστηκε ώστε να φτάσει επάξια στην κορυφή της επιτυχίας για να αφήσει ανεξίτηλη σφραγίδα στα μουσικά μας πράγματα. Από τις φτωχογειτονιές και τις αλάνες στο Κομπότι της Άρτας, ανέβηκε στα πιο γνωστά λαϊκά πάλκα με συνεργασίες όπως Βαμβακάρη, Ρούκουνα, Χιώτη, Μητσάκη, Τσιτσάνη, Καλδάρα και έγινε περιζήτητος τόσο στην Ελλάδα όσο και το εξωτερικό, όπου θα ακούσεις τραγούδια του σε κάθε γωνιά του πλανήτη, αρκεί να υπάρχουν Έλληνες. Αρκετές συνθέσεις του θεωρούνται λαϊκά μουσικά αριστουργήματα ενώ τα τραγούδια του ξεχωρίζουν για τη μελωδία, καθώς είναι ο συνθέτης που έδωσε πρωτεύουσα θέση σε παραδοσιακά, λαϊκά όργανα όπως σαντούρι, ακορντεόν, βιολί, κλαρίνο, κρουστά ή χάλκινα.


«Από τις δημιουργίες του Τάκη Σούκα δεν πετάς τίποτα» έλεγε ο Στέλιος Καζαντζίδης ο οποίος τα τελευταία χρόνια της δισκογραφίας του, δεν τραγουδούσε παρά μόνο δημιουργίες του και φρόντιζε στις ηχογραφήσεις να φωνάζει εκείνο το χαρακτηριστικό «γεια σου μεγάλε Τάκη Σούκα».

Ο ίδιος θα εξηγήσει:
« Ο Στέλιος ήταν γενναιόδωρος με τους συνεργάτες του, σεβόταν τους δημιουργούς. Αυτή τη φράση την έλεγε σε κάθε ηχογράφηση μια και δυο φορές και μετά έδινα αγώνα να τη βγάλουμε. Αν δεν υπήρχαν οι δημιουργοί έλεγε, οι τραγουδιστές δεν θα είχαν λόγο ύπαρξης. Αν δεν αγγίξει την ψυχή το τραγούδι, δε φτάνει στο αυτί και τα χείλη».
Δεξιοτέχνης στο σαντούρι και το ακορντεόν, με πηγαίο ταλέντο στη σύνθεση, θα αναζητήσει περισσότερες γνώσεις, ξεκινώντας από το μουσικοφιλολογικό σύλλογο «Σκουφάς» Άρτας, και φτάνοντας ως τη μουσική σχολή του Αλέκου Λασκαρίδη. «Η μουσική είναι πάνω απ όλα ταλέντο, αλλά δεν αρκεί μόνο αυτό», θα πει, «απαιτείται συνεχής άσκηση, καλλιέργεια, αλλά και ανοιχτό μυαλό, να πιάνεις το σφυγμό της εποχής, με συνέπεια στην ιστορία και τις αξίες σου» .

Τον ρωτάω αν τα νέα παιδιά ανταποκρίνονται σε αυτό και αν ενδιαφέρει καταξιωμένους συνθέτες όπως ο ίδιος να δείξουν το δρόμο. «Τα περισσότερα νέα παιδιά βιάζονται, όλη τους η προσπάθεια αποσκοπεί στην αναγνωρισιμότητα» απαντά, «και την ευθύνη τη φέρουν τα διάφορα ριάλιτι σώου που τα στρέφουν εκεί. Όσο για μας τους παλιότερους…πρέπει να κάνουμε κάτι. Προσωπικά, έχω δημιουργήσει με το γιο μου το Φώτη ο οποίος είναι εκπληκτικός ενορχηστρωτής, ένα στούντιο, και προωθούμε νέες φωνές δίνοντάς τους ανέκδοτα λαϊκά τραγούδια, με κριτήριο την αξία της φωνής και το μεράκι ».

Του λέω πως τον τιμάει αυτό, αν αναλογιστεί κανείς ότι έχει συνεργαστεί με μύθους και είναι δημιουργός τόσων μεγάλων επιτυχιών και μου λέει πως «αυτό πρέπει να κάνουν όλοι όσοι αγωνιούν για τη συνέχεια του καλού λαϊκού τραγουδιού». Του υπενθυμίζω τις επιτυχίες του και με τη σεμνότητα που τον διακρίνει χαμογελά. Τι να πρωτοθυμηθείς! Από την πρώτη επιτυχία «Ποιο δρόμο να πάρω» με τη Γιώτα Λύδια, ή «Ερωτά μου αγιάτρευτε» με τον Κώστα Κόλια , ως «Μια ζωή μέσα στους δρόμους» με Χαρούλα Αλεξίου, «Ταχεία» με Ελένη Βιτάλη, «Εσύ μιλάς στην καρδιά μου» με Γιώργο
Μαργαρίτη, «Δέν μπορείς εσύ» με Θανάση Κομνηνό και πιο πρόσφατα «Τα χάρτινα» της Δήμητρας Γαλάνη ή «Ξενιτιά μου » με τον Πασχάλη Τερζή και την Ελένη Βιτάλη. Και βεβαίως τις κορυφαίες συνεργασίες με Στράτο Διονυσίου και Στέλιο Καζαντζίδη και τραγούδια – ύμνους, όπως «Άκου ρε φίλε», «Υποκρίνεσαι», «Ο λαός τραγούδι θέλει», «Τραγουδώ», «Ει καπετάνιε», «Και που Θεός», «Στην οδό της τρέλας» και τόσα άλλα... Πρόσφατα τον απολαύσαμε στο Χαμάμ όπου παρουσίασε ανέκδοτα τραγούδια και ζητάω
να μάθω περισσότερα.

«Επιλέγω πλέον ήσυχες μουσικές σκηνές , όπου πηγαίνει κανείς να ακούσει και όχι να εκτονωθεί και κάποιες συναυλίες» μου λέει. «Ως δημιουργός δεν εφησυχάζω. Σύντομα, θα κυκλοφορήσει η δουλειά μου με τη βυζαντινή, δωρική φωνή του Γιώργου Υδραίου. Η ενορχήστρωση είναι του γιου μου Φώτη, που τον συναντάμε και ως συνθέτη - στιχουργό, μαζί με τους Νίκο Μπακογιάννη, Λίτσα Αρχοντα, Βάντα Κουτσοκώστα, Κώστα Μπαλαφούτη, Γιώργο Βρούβα. Συμμετέχουν η Λένα Αλκαίου, Δέσποινα Γλέζου ,Σοφία Μιχαηλίδου, Μαρία Σπυροπούλου».

Είναι Ηπειρώτης και η οικογένεια μετράει γι αυτόν ως η μεγαλύτερή του επιτυχία.
«Τα παιδιά σας ακολουθούν την οικογενειακή παράδοση » ,παρατηρώ.
«Εκτός της κόρης, η οποία αν και ταλαντούχος μουσικός, στράφηκε στη συγγραφή» συμπληρώνει.

«Και πάει περίφημα. Το μυθιστόρημά της «Ο Ρωμανός και το μυστήριο της Ονειρίας» είναι από τα καλύτερα βιβλία της τωρινής προεφηβικής λογοτεχνίας, τον διαβεβαιώνω. «Όπου να ναι κυκλοφορεί και το δεύτερο » μου λέει με περηφάνια.

Σχολιάζω τα μουσικά μας πράγματα λέγοντας πως εκλείπουν σήμερα τα καλά λαϊκά και
συμφωνεί:
« Επικρατεί το φτηνό, το εύκολο. Όλα στον υπολογιστή μια σούπα και έτοιμο το τραγούδι. Επιλέγεται «πακέτο» όχι φωνή, life style, όχι ποιότητα. Τα μεγάλα τραγούδια όμως απαιτούν ερμηνευτικές ικανότητες. Ακυρώνονται έτσι οι μεγάλοι δημιουργοί ».

Προτού κλείσει η συζήτηση προσπαθώ προσεγγίσω τη βαθύτερη πηγή έμπνευσής του. Επισημαίνω ότι σε πολλές δουλειές του συναντάμε ορχηστικά κομμάτια ηπειρώτικα, όπως η Φράσια, ή Γενοβέφα, ενώ αρκετά τραγούδια στηρίζονται σε παραδοσιακούς δρόμους.

«Μεγάλο σχολείο για μένα η Ήπειρος και η μουσική μας παράδοση» παραδέχεται. Το λαϊκό τραγούδι προεκτείνει το δημοτικό και απλώνει ρίζα στο βυζάντιο. Τίποτα σημαντικό δε γίνεται ξεκομμένο από τη ρίζα. Αν γίνει, μαραίνεται σύντομα γιατί του λείπουν οι χυμοί της γης, η νοστιμιά που κάνει τα τραγούδια να ξεχωρίζουν, να αντέχουν στο χρόνο».


*Η Βάντα Κουτσοκώστα είναι στιχουργός, συγγραφέας