Xρήστος Χρυσόπουλος
Το γλωσσικό κουτί
Όψεις της δουλειάς του συγγραφέα
Εκδόσεις Καστανιώτη, 2006 |
Ένα μόλις χρόνο μετά το Φανταστικό Μουσείο, βιβλίο-φόρος τιμής σε αγαπημένους συγγραφείς μα και στις απεριόριστες δυνατότητες της λογοτεχνίας, ο Χρήστος Χρυσόπουλος καταθέτει ένα δοκίμιο με το οποίο διανοίγει ένα διαφορετικό πεδίο στοχασμού γύρω από τα ζητήματα της γραφής και της ανάγνωσης. Το Γλωσσικό Κουτί είναι ένα σύνθετο και ιδιαίτερα φιλόδοξο εγχείρημα που επιχειρεί μια συνολική ενατένιση του λογοτεχνικού φαινομένου. Μέσα από ένα οικοδόμημα θαυμάσιας αρχιτεκτονικής, που λαμβάνει υπόψη του όλες τις περιπέτειες της θεωρίας στον αιώνα που μας πέρασε, στήνει μια καλειδοσκοπική κι εξαιρετικά ευφάνταστη παράσταση γύρω από τις πολλαπλές και συνάμα αόρατες «όψεις της δουλειάς του συγγραφέα».
Τι είναι λοιπόν το Γλωσσικό Κουτί; Με τι μοιάζει και πώς θα μπορούσε να περιγραφεί; Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα όχι μονάχα δεν είναι εύκολη, αλλά είναι και πρακτικά αδύνατη. Κι αυτό διότι η περιγραψιμότητα είναι μια από τις ιδιότητες που αντιμάχεται με την ίδια του την κατασκευή το Κουτί του Χρυσόπουλου, αντικατοπτρίζοντας το δίχως άλλο το ίδιο το θέμα του: τη λογοτεχνία. Εδώ ακριβώς όμως έγκειται η πρωτοτυπία του: εξαιτίας μα και χάρη στον υβριδικό του χαρακτήρα, στον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο ισορροπεί ανάμεσα στη θεωρία, τη φιλοσοφία και την εξομολόγηση, το Γλωσσικό Κουτί στοχάζεται το λογοτεχνικό σύμπαν εκ των ένδον, ξεπερνώντας έτσι τους σκοπέλους της θεωρητικής ακαμψίας ή της ναρκισσιστικής ταύτισης έργου και προσώπου στην οποία θα οδηγούσε μια εξομολόγηση του τύπου «το εργαστήρι του συγγραφέα».
Με ποια ζητήματα αναμετράται ο Χρυσόπουλος στο Κουτί του; Ποιο είναι το θέμα του βιβλίου του; Κι εδώ η απάντηση μπορεί να μοιάζει εκ πρώτοις πληθυντική (π.χ. «όψεις της δουλειάς του συγγραφέα»), μα στην πραγματικότητα είναι και πάλι αδύνατη. Και τούτο διότι, συνεπεία και πάλι μιας κεντρικής υφολογικής στάσης (κι εδώ στο «ύφος» λογίζονται όλες οι αφηγηματικές επιλογές), θέμα του Κουτιού είναι σχεδόν τα πάντα, χωρίς όμως αυτό να υπονοεί «τίποτε». Τι σημαίνει όμως «τα πάντα» για κάποιον που λαμβάνει υπόψη του σχεδόν όλα τα βασικά ρεύματα της λογοτεχνικής θεωρίας και του φιλοσοφικού στοχασμού, καθώς και τους ποικίλους τρόπους αλληλεπίδρασής τους στη διάρκεια του εικοστού αιώνα; Από μια άποψη σημαίνει ότι δεν μπορείς να μιλήσεις για τίποτε δίχως να λαμβάνεις ταυτόχρονα υπόψη τη σχέση του με όλα τα άλλα. Π.χ. δεν μπορείς να απαντήσεις στο ερώτημα «τι είναι η λογοτεχνία;» δίχως να ανατρέξεις σε ζητήματα γλωσσολογίας ή φιλοσοφίας της γλώσσας. Ή να απαντήσεις στο ερώτημα «τι είναι λογοτεχνία για μένα;» δίχως να εντρυφήσεις στο τι ήταν και είναι η λογοτεχνία για τους άλλους. Κι όμως, παρά δηλαδή την συνθετότητα του εγχειρήματος, ο Χρυσόπουλος επιχειρεί μια κατά μέτωπο αναμέτρηση με όλες σχεδόν της όψεις του λογοτεχνικού πεδίου, δίχως εκπτώσεις, δίχως δεύτερες σκέψεις, πράγμα που συνιστά την ανάγνωση πραγματική περιπέτεια (με την κάθε σημασία της λέξης).
Αν το Κουτί εντάσσεται σε κάποια παράδοση αυτή μάλλον θα πρέπει να αναζητηθεί στο ολιγοσέλιδο μα εξαιρετικά πυκνό κείμενο του Αντόρνο «Το δοκίμιο ως είδος». Επίσης, η προσπάθεια εξισορρόπησης ανάμεσα στο θεωρητικό λόγο και στο προσωπική βίωμα φέρνει στο νου γάλλους διανοητές (κυρίως τον ύστερο Ρολάν Μπαρτ). Εντούτοις, ο συγγραφέας δεν παραδίδεται στιγμή στον άκρατο σχετικισμό, στο μυστικισμό, ή στη γοητεία του ανορθολογισμού: επιλέγει συνειδητά να μείνει εντός των τειχών του ορθού λόγου, και δεν αφήνει την γοητεία που του ασκεί το γλωσσικό παιχνίδι να τον παρασύρει σε ατέρμονες μεταμοντέρνες ακροβασίες.
Ο Χρήστος Χρυσόπουλος αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση στη ζωηρόχρωμη παλέτα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Η προσήλωση και η ακρίβεια με την οποία εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία χτίζει το έργο του, παράλληλα με τον κριτικό στοχασμό και αναστοχασμό του, η απόλυτη παράδοσή του στο λογοτεχνικό παιχνίδι και η απόφασή του να παίξει με τα όριά του, σκιαγραφούν το πορτραίτο ενός συγγραφέα υποψιασμένου μα και αποφασισμένου. Δεν ξέρω πόσοι και ποιοι από τους κριτικούς ή θεωρητικούς της λογοτεχνίας θα διαβάσουν το Γλωσσικό Κουτί με την ένταση και το πάθος που του αρμόζει. Ακόμη λιγότερο αισιόδοξος είμαι για τον αριθμό των ελλήνων συγγραφέων που θα το φυλλομετρήσουν (η πλειοψηφία δεν θέλει τέτοιες «θεωρητικούρες» να διαταράσσουν την επαφή της με τις λογοτεχνικές θεότητες). Ωστόσο, το Κουτί του Χρυσόπουλου βρίσκεται ανάμεσά μας, μας ζητά να το ανοίξουμε και να το διερευνήσουμε, κι αργά ή γρήγορα θα συναντήσει τους συνομιλητές του. Κι αν, μετά απ’ όλα αυτά, απομένει χώρος για μια κριτική συνομιλία, αρχή θα μπορούσε να γίνει με αφορμή μια από τις προμετωπίδες: «Γιατί η βούληση του συγγραφέα δεν είναι, κατά παράδοξο τρόπο, να γνωρίσει την ίδια τη ζωή. Εκείνος θέλει να γνωρίσει τη γραφή». Ζωή ή γραφή, λοιπόν; Το δίλημμα, το οποίο ο Χρυσόπουλος αντιμετωπίζει μάλλον ως παιχνίδι, θυμίζει ένα άλλο δίλημμα που είχε χρησιμοποιήσει ο Λακάν μιλώντας για την επιθυμία: το πουγκί σου ή τη ζωή σου;
Ο Κώστας Κατσουλάρης είναι συγγραφέας και βιβλιοκριτικός
kostas.katsoularis@gmail.com
|