2005-2012, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Α' | |||||||||||||||
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΝΙΚΟΠΟΛΗΣ Δημοσίευση: 16-06-2009
- Τεύχος: Τεύχος 42 (Ιούνιος 2009) Νικόπολις Μια πόλη, ένα μουσείο Tου Γεώργιου Ρήγινου και της Θεοδώρας Κοντογιάννη* Το Αρχαιολογικό Μουσείο Νικόπολης ολοκληρώνεται και στις 30 Ιουνίου ανοίγει, επιτέλους, τις πύλες του. Το μουσείο είναι αφιερωμένο στη μεγαλοπρεπή Νικόπολη, την πόλη που ιδρύθηκε για να συμβολίσει τη νίκη και παράλληλα να επιδείξει την ισχύ του Οκταβιανού Αυγούστου, του πρώτου Ρωμαίου Αυτοκράτορα, για να αναπτυχθεί τελικά σε μια ακμάζουσα πόλη στα πλαίσια της Pax Romana. Το μουσείο της Νικόπολης κατασκευάστηκε το διάστημα 1999-2003 και στεγάζεται σε νεόδμητο κτίριο, μεταξύ της πόλης της Πρέβεζας και του αρχαιολογικού χώρου της Νικόπολης. Το 2005 είχε ενταχθεί στο Π.Ε.Π. Ηπείρου του Γ΄ Κ.Π.Σ., με προϋπολογισμό 1.400.000 ευρώ, το έργο «Εξοπλισμός - Έκθεση Νέου Μουσείου Νικόπολης». Στο πλαίσιο αυτού του έργου, πραγματοποιήθηκε η μεταφορά και αποθήκευση των αρχαιοτήτωνστο νέο κτίριο, ο εξοπλισμός αποθηκών, εργαστηρίων συντήρησης,γραφείων, εκθεσιακών και κοινόχρηστων χώρων, η σύνταξη μουσειολογικής-μουσειογραφικής μελέτης, η συντήρηση και, εν τέλει, η έκθεση των αρχαιοτήτων στο νέο Μουσείο. Καθοριστικό παράγοντα για τη διαμόρφωση της κεντρικής ιδέας της έκθεσης των αρχαιοτήτων αποτέλεσε το γεγονός, ότι το Μουσείο είναι αφιερωμένο αποκλειστικά σε έναν αρχαιολογικό χώρο. Σε αυτό το πλαίσιο, παρουσιάζεται η ιδιαίτερα σημαντική θέση της Νικόπολης ανάμεσα σε δύο αυτοκρατορίες και δύο πρωτεύουσες και η πορεία της μέσα στο χρόνο, όπως προκύπτουν από τις δύο εκφάνσεις του βίου, το δημόσιο και τον ιδιωτικό. Για το λόγο αυτό, επιλέχθηκε ο συνδυασμός χρονολογικής και θεματικής παρουσίασης, ανάλογα με το πώς εξυπηρετείται καλύτερα η κεντρική ιδέα της έκθεσης. Ο χρονολογικός διαχωρισμός αποσκοπεί στην εξελικτική μεταφορά της ιστορίας της Νικόπολης, ενώ η θεματική οργάνωση χρησιμοποιείται για την εμβάθυνση σε πτυχές της κοινωνίας και της ζωής των Νικοπολιτών, όπου στοιχεία των δύο περιόδων είναι κοινά. Σε αυτό το πλαίσιο προβάλλεται η μεγαλοπρεπής Ρωμαϊκή Νικόπολη, η πόλη-σύμβολο μιας μεγαλειώδους νίκης, που ιδρύθηκε για να επιδείξει την ισχύ του Οκταβιανού Αυγούστου, του πρώτου Ρωμαίου Αυτοκράτορα και η οποία ξεκινά ως μία Ρωμαϊκή πόλη κατοικημένη από Έλληνες, για να αναπτυχθεί σε ένα επιβλητικό κέντρο στα πλαίσια της Pax Romana. Επιπλέον παρουσιάζεται η Παλαιοχριστιανική πόλη, που μετά την κατάρρευση των Ρωμαϊκών συνόρων, τη μεταφορά της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας από τη δύση στην ανατολή και την επικράτηση του Χριστιανισμού, ανασυντάσσεται και ανακτά το μεγαλοπρεπή χαρακτήρα της, αποτελώντας καίριο θρησκευτικό και διοικητικό κέντρο. Καθώς τα όρια ανάμεσα στο Ρωμαϊκό και τον Παλαιοχριστιανικό κόσμο είναι συμβατικά και ο απόλυτος διαχωρισμός των δύο περιόδων σχεδόν αδύνατος, επιλέγεται η εξελικτική παρουσίασή τους, που εξυπηρετεί στην κατανόηση των μηχανισμών μετεξέλιξης της πόλης και της συνύπαρξης διαφορετικών πολιτιστικών στοιχείων. Πέρα από τα παραπάνω προβάλλεται η όψη της πόλης με ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα, καθώς επιχειρείται η προσέγγιση των κατοίκων, που έζησαν σε αυτή μέσα από τα έργα που άφησαν πίσω τους. Αυτό επιτυγχάνεται και μέσω της «προσωποποίησης» επιμέρους εκθεμάτων και ιστορικών γεγονότων, της άμεσης ή έμμεσης σύνδεσης τους δηλαδή με συγκεκριμένα πρόσωπα, που συμβάλλει στην εξοικείωση του επισκέπτη με τους κατοίκους της πόλης, επώνυμους άρχοντες ή απλούς καθημερινούς ανθρώπους. Η κεντρική ιδέα της έκθεσης του Μουσείου μπορεί να συνοψιστεί στη φράση: «μία Ναυμαχία, μία Πόλη, μία Αυτοκρατορία». Η νίκη του Οκταβιανού Αυγούστου στη Ναυμαχία του Ακτίου, το 31 π.Χ., υπήρξε το έναυσμα τόσο για τη δημιουργία της ίδιας της Νικόπολης, όσο και για μια σειρά από γεγονότα, που άλλαξαν τη μορφή του τότε γνωστού κόσμου. Επομένως, η ναυμαχία του Ακτίου αποτελεί την αφετηρία της παρουσίασης της αρχαίας πόλης και της πορείας της μέσα στο χρόνο. Μίας πόλης που αντικατοπτρίζει την υπεροχή του πρώτου Ρωμαίου αυτοκράτορα και για αυτό το λόγο συνδέεται με την ίδρυση μιας ολόκληρης αυτοκρατορίας και την έναρξη μιας νέας εποχής ειρήνης και ευημερίας, της Pax Romana και που, ταυτόχρονα, αποτελεί σπουδαίο εμπορικό, διοικητικό και θρησκευτικό κέντρο σε όλες τις φάσεις εξέλιξης της, τόσο κατά τα ρωμαϊκά, όσο και κατά τα βυζαντινά χρόνια. Η έκθεση του Νέου Μουσείου Νικόπολης λαμβάνει παράλληλα υπόψη της και άλλους παράγοντες, όπως είναι η σύνδεση του Μουσείου με τον αρχαιολογικό χώρο και τα μνημεία, η οποία πραγματοποιείται στην είσοδο του κτιρίου καθώς και σε διάφορα σημεία των εκθεσιακών χώρων, με εποπτικό υλικό και κατάλληλα διαμορφωμένα περιβάλλοντα, που παραπέμπουν αυτά, χωρίς, ωστόσο, να επιδιώκεται η πλήρης ανασύσταση ή η ρεαλιστική αναπαράστασή τους. Σε επιλεγμένα τέλος σημεία της έκθεσης, παρουσιάζονται στοιχεία από την αρχαιολογική έρευνα και τεκμηρίωση, αλλά και τις εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης των αρχαιοτήτων, όλη η πορεία δηλαδή ενός αρχαίου αντικειμένου από τη στιγμή της ανακάλυψης του ως την τοποθέτησή του ως έκθεμα και την τελική του απόδοση στο κοινό. Η πορεία του επισκέπτη στους εκθεσιακούς χώρους του Μουσείου ξεκινά από το χώρο υποδοχής, όπου, όπως προαναφέρθηκε, γίνεται η απαραίτητη σύνδεση του Μουσείου με τον αρχαιολογικό χώρο. Κατόπιν ο επισκέπτης οδηγείται στους κύριους εκθεσιακούς χώρους μέσω ενός κατηφορικού διαδρόμου, όπου ένα χρονολόγιο, από τον 3ο αι. ως το 31 π.Χ., ενημερώνει τον επισκέπτη για τα κυριότερα γεγονότα, που προηγήθηκαν της ίδρυσης της Νικόπολης. Στην Αίθουσα Α, με θέμα «Η γένεση & η πορεία της Πόλης» παρουσιάζεται αρχικά η αιτία, που οδήγησε στη δημιουργία της πόλης και, στη συνέχεια, η εξέλιξή της κατά τη Ρωμαϊκή και την Παλαιοχριστιανική εποχή. Η έκθεση αναπτύσσεται μέσω ενός σχήματος που περιλαμβάνει τη ναυμαχία του Ακτίου και το μνημείο της Νίκης του Αυγούστου, τη Ρωμαϊκή πόλη και τις υποδομές της και τη μετάβαση στην Παλαιοχριστιανική πόλη και τους πρώιμους Βυζαντινούς χρόνους. Ο επισκέπτης παρακολουθεί διαδοχικά την ίδρυση της πόλης, τη θέση της μέσα στο Ρωμαϊκό κόσμο και την ιστορική της εξέλιξη παράλληλα με την τύχη της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Οι δύο περίοδοι ακμής της πόλης, Ρωμαϊκή και Παλαιοχριστιανική, αναπτύσσονται παρατακτικά αλλά και αντιθετικά, δίνοντας τη δυνατότητα στον επισκέπτη να έχει ολοκληρωμένη αντίληψη για την εξέλιξη της και να είναι σε θέση να συγκρίνει τις ομοιότητες και τις διαφορές κάθε εποχής. Οι δύο ιστορικές περίοδοι αναλύονται μέσα από το πρίσμα της συνέχειας του ρωμαϊκού κράτους, παρά τη μεταφορά της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας, και μέσα από την εγκαθίδρυση της χριστιανικής θρησκείας, όπως αυτή διακρίνεται κυρίως στην τέχνη και την αρχιτεκτονική. Στην Αίθουσα Β, με θέμα «Η Ζωή στην πόλη», αναπτύσσονται θεματικές ενότητες, οι οποίες δεν εξαρτώνται απόλυτα από χρονολογικά κριτήρια, όπως συμβαίνει στην Αίθουσα Α. Προβάλλονται επιμέρους τομείς και εκφάνσεις του βίου των κατοίκων της Νικόπολης, όπως η εμπορική και βιοτεχνική δραστηριότητα. Παρουσιάζονται, δηλαδή, παράγοντες που συνετέλεσαν στη δημιουργία ενός οικονομικού και εμπορικού κέντρου εξασφαλίζοντας την ευημερία των κατοίκων του. Σκιαγραφείται, επίσης, ο ιδιωτικός βίος και η στάση των ανθρώπων απέναντι στο θάνατο. Οι δύο χρονικές περίοδοι ακμής της Νικόπολης, Ρωμαϊκή και Παλαιοχριστιανική, παρουσιάζονται στην Αίθουσα Β, ιδωμένες από μία διαφορετική σκοπιά, καταδεικνύοντας τη συνέχεια της ζωής στην πόλη, παρά τις όποιες κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές και θρησκευτικές αλλαγές. Με σκοπό την εξοικείωσή του επισκέπτη με το παρελθόν οι ενότητες περιλαμβάνουν στοιχεία αναγνωρίσιμα και οικεία, τα οποία μπορεί εύκολα να αντιληφθεί και να συνδέσει με τη δική του ζωή, ανακαλώντας μνήμες και εικόνες από τη δική του καθημερινότητα. Οι θεματικές ενότητες βοηθούν τον επισκέπτη να εμβαθύνει και να αποκτήσει μία «εκ των έσω» ματιά για την καθημερινότητα της ζωής στη Νικόπολη, τις δραστηριότητες και τις συνήθειες των κατοίκων της. Η παράθεσή τους δημιουργεί ένα είδος νοητού «περιπάτου» του επισκέπτη, δίνοντας την αίσθηση, ότι περιέρχεται μέσα από το λιμάνι, τα εμπορικά καταστήματα, τα εργαστήρια, τα σπίτια και τα νεκροταφεία της πόλης. Στο διάδρομο απέναντι από την έξοδο της Αίθουσας Β, εκτίθεται αναπαραγωγή του κεντρικού τμήματος της tabula peutingeriana, Μεσαιωνικού αντιγράφου Ρωμαϊκού χάρτη, στο οποίο απεικονίζεται η Ακτία Νικόπολη, σε σχέση με άλλα μεγάλα κέντρα στην ευρύτερη περιοχή. Ο χάρτης χρησιμοποιείται και ως μέσο σύνδεσης της Ύστερης αρχαιότητας και της Παλαιοχριστιανικής εποχής με τους Μεσαιωνικούς χρόνους, που παρουσιάζονται στον ανηφορικό διάδρομο, στον οποίο αναπτύσσεται η ενότητα «Η Νικόπολη μετά τη Νικόπολη». Με τη χρήση, κυρίως, εποπτικού υλικού, παρουσιάζεται η πορεία του εκτεταμένου ερειπιώνα της Νικόπολης, από την τελική εγκατάλειψη της πόλης και τη λεηλασία των μνημείων της μέχρι τη διαδοχή της από τη νεώτερη πόλη της Πρέβεζας και την «ανακάλυψη» του ερειπιώνα της από τους περιηγητές. Ο διάδρομος Δ τέλος, με θέμα «Ανακαλύπτοντας τη Νικόπολη», είναι αφιερωμένος στην ανασκαφική έρευνα στον αρχαιολογικό χώρο της Νικόπολης. Η ενότητα διαρθρώνεται σε τρεις επιμέρους θεματικούς άξονες -Ερευνώντας τη Νικόπολη τον 20ο αιώνα, Η προσπάθεια συνεχίζεται… και Τελευταίες ανακαλύψεις-, προκειμένου ο επισκέπτης να διαμορφώσει πλήρη εικόνα για την αρχαιολογική έρευνα στη Νικόπολη, από τις αρχές του 20ου αιώνα έως σήμερα. *Ο Γεώργιος Ρήγινος είναι Προϊστάμενος της ΛΓ΄ Ε.Π.Κ.Α. Η Θεοδώρα Κοντογιάννη είναι αρχαιολόγος της ΛΓ΄ Ε.Π.Κ.Α. | |||||||||||||||