2005-2012, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Α'
Σας ευχαριστούμε
ΑRTA PRESS


ΤΑ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΓΕΦΥΡΙΑ

Δημοσίευση: 13-04-2009 - Τεύχος: Τεύχος 40 (Απρίλιος 2009)



ΤΑ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΓΕΦΥΡΙΑ
του Σπύρου Μαντά

...αλλάζοντας όχθες στην Πίνδο
Το γεφύρι της Άρτας, προπολεμικά!
 
Της Άρτας το γεφύρι!
Της Κούρτιας το γεφύρι!
Το γεφύρι του Νούτσου!
Της Πέτρανης το γεφύρι, της Πλάκας, της Τατάρνας!
Η καμάρα της Κριεστόβας!
Λα πούντια Νουάουα, λα πούντια Βιάκλι!
Το γεφύρι της Κυράς!
Του Εβραίου, της Νονούλως, του Πασά ...
Μονότοξα, δίτοξα, πολύτοξα γεφύρια! Γεφύρια Ηπειρώτικα, που πάει να πει λίθινες βέργες, τροχιές δέους, να προσπαθούν να ζεύξουνε το …άπειρο! Πέτρινα όλα τους και θολωτά, κουρασανόχτιστα, για να καλύψουν μιαν ανάγκη προέκτειναν τη φύση! Κι όλα αυτά στην Πίνδο όπου, ανέκαθεν, η επικοινωνία σήμαινε περιπέτεια, ταξίδι επικίνδυνο…

Το γεφύρι της Πλάκας, στον Άραχθο ποταμό, στα ΤζουμέρκαΣτη Ήπειρο, γενικότερα στην Πίνδο, η κάλυψη της συγκεκριμένης ανάγκης -της γεφύρωσης των ποταμών- υπήρξε, από πολύ παλιά, κάτι παραπάνω από επιτακτική. Δυο φόβους είχε πάντα ο ορεσίβιος ντόπιος, δυο φόβους ανομολόγητους λες κι έτσι θα τους ξόρκιζε. Από τη μια μεριά φοβόταν τους ληστές, από την άλλη συναπάντημα κακό με αδιάβατα ποτάμια. Κι αν για τους πρώτους δεν μπορούσε να κάνει τίποτα -ήταν ζήτημα υποτίθεται των αρχών- για τα δεύτερα, τα ποτάμια, ονειρευόταν γεφύρια πέτρινα, που βέβαια έπρεπε να στήσει μοναχός του. Πολλά τα ποτάμια, πολλοί οι χείμαρροι, αμέτρητοι οι λάκκοι, ενώ, απ’ την άλλη, μεγάλη, παροιμιώδης η φτώχεια του τόπου. Κι όμως, παρά την τεράστια διάσταση ανάγκης και μέσων κάλυψης, ο αριθμός των γεφυριών που χτίστηκαν εδώ πραγματικά εκπλήσσει.

Αναμφίβολα η τουρκοκρατία υπήρξε η εποχή που έδωσε όχι μόνο τα πολλά, αλλά και τα …διαφορετικά γεφύρια! Πρόκειται για λαϊκές κατασκευές του λεγόμενου «ανατολίτικου» ρυθμού, ο οποίος στην ευρύτερη περιοχή της Πίνδου έμελλε να εξελιχθεί σε έναν ειδικό, πολύ ενδιαφέροντα τύπο! Υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά στο κάθε πετρογέφυρο -οι συνιστώσες του ρυθμού- αλλά όμως και ιδιαιτερότητες που καθιστούν την κάθε κατασκευή μοναδική- χαρακτηριστικό αυτό πολύτιμο κάθε λαϊκής τέχνης.

Οικογένεια Ηπειρωτών γεφυράδων -του Αντώνη Κωνσταντινίδη ή Κωσταντώνη- απ’ τους Χουλιαράδες Ιωαννίνων, προπολεμικάΗ τελική μορφή, η ταυτότητα των γεφυριών εδώ, δεν εξαρτάται μόνο από τον αριθμό των τόξων τους. Παίζει ρόλο και το σχήμα των τελευταίων -ημικυκλικά ή οξυκόρυφα- όπως και η θέση που καταλαμβάνουν στην όλη κατασκευή ανάλογα με τη λειτουργικότητά τους -κύριο, βοηθητικά, ανακουφιστικά. Ύστερα, σημαντική συμβολή στην όλη στατικότητα και αισθητική έχουν οι πρόβολοι, συνήθως τριγωνικοί με ημικωνική κάλυψη, σπανιότερα ελαφρώς στρογγυλευμένοι. Τέλος, ο διάδρομος διάβασης, διαγράφοντας τολμηρή καμπυλωτή τροχιά, σηματοδοτεί καίρια την εικόνα κάθε ντόπιου πετρογέφυρου.

Τελικά, ο ορεσίβιος Ηπειρώτης, αυτός που θεώρησε τα πράγματα …αφ’ υψηλού, από τις κορφές της Πίνδου, φαίνεται πως έκανε και με το παραπάνω το θαύμα του. Τα κατάφερε είτε σαν μάστορας, επιδέξιος κατασκευαστής, είτε σαν γενναιόδωρος χρηματοδότης, καλύτερα να τον πούμε χορηγό.

Ο …κούδαρης -ο ντόπιος λαϊκός τεχνίτης κατά τη δική του μυστική γλώσσα- ακολούθησε, θαρρείς από ένστικτο, μια μέθοδο που αποδείχτηκε σοφή. Αντί να αγνοήσει τη φύση, να την κοντράρει δαμάζοντάς την, προτίμησε να συνδιαλλαγεί μαζί της αφουγκραζόμενος τις επιταγές της. Όλες οι αιτίες που γέννησαν, έκαναν επιτακτική την ανάγκη για γεφύρια, ο Ηπειρώτης γεφυράς θα τα σεβαστεί, θα συνεργαστεί μαζί τους, κι έτσι όχι μόνο θα λύσει το πρόβλημα, αλλά και θα ομορφύνει το χώρο -στην κυριολεξία τον εμπλούτισε, τον συμπλήρωσε!

Φυσικά υπήρξαν και αποτυχίες, περιπτώσεις που συχνά άγγιξαν τα όρια της τραγωδίας. Αρκετά γεφύρια χρειάστηκαν δυο και τρεις προσπάθειες μέχρι να στεριώσουν, κι όχι δίχως θύματα. Μα ο φτωχός μάστορας έτσι έμαθε να πορεύεται, αυτή ήταν η σπουδή του. Πάθαινε και μάθαινε! Ο γνωστός θρύλος του γεφυριού της Άρτας σ’ αυτήν ακριβώς την αγωνία του αναφέρεται. Για να σταθεί εκεί το γεφύρι -λένε- χρειάστηκε να θυσιαστεί στα θεμέλια η ίδια η γυναίκα του. Βαρύ το τίμημα! Επιμένουν μάλιστα πως μαζί με την πρωτομαστόρισσα Λένη θυσίασαν, επιπλέον, έναν αράπη κι ένα βουβάλι, σύμβολα αντίστοιχα υπακοής και δύναμης -τον αράπη τον χτίσανε στην τελευταία δεξιά καμάρα, το βουβάλι στην προτελευταία αριστερά και την πρωτομαστόρισσα στη μέση! Και το χειμώνα, που το ποτάμι φουσκώνει, τους ακούς και τους τρεις τους να τσιρίζουν: βάστα πρωτομαστόρισσα..! βάστα βουβάλι..! βάστα και συ αράπη..! Μόνο μια φορά αμέλησαν το κράτημα? τότε που πέρασε ένας γάμος κι ακούγοντας τη μουσική, τα όργανα, φχαριστηθήκαν τόσο, που άρχισαν το χορό. Γι’ αυτό, από τότε, τα ψίκια -οι γαμήλιες πομπές- διαβαίνουν τα γεφύρια σιωπηλά…Το γεφύρι του Αλή πασά, που έχτισε ο τελευταίος πάνω απ’ το Αργυρόκαστρο το 1811

Φανερό, πως όλες τούτες οι ιστορίες και τόσες άλλες, οι δεκάδες παραλλαγές τους, κινούνται στο μεταίχμιο φόβου και περηφάνιας, δέους και ευγνωμοσύνης, θέλοντας το δημιουργό πρωτομάστορα πότε κατακτητή, βλάστημο και πότε ευεργέτη, λυτρωτή. Το γεφύρι που κατασκευάζει εξυπηρετεί βέβαια την κοινότητα και καμαρώνει για αυτό, ταυτόχρονα όμως τον βασανίζει η σκέψη πως κάθε του επέμβαση στη δημιουργία -όπως την όρισε ο Θεός- αποτελεί συμμαχία με τις δυνάμεις του κακού. Γι’ αυτό και αποκαλεί τον κόπο του -όπως άλλωστε όλος ο λαός- διαβολογέφυρο, εν αντιθέσει με άλλο, ψηλά στον Καλαμά, που είχε την τύχη να σκαλιστεί στο βράχο μοναχό του. Αυτό θα το πει …Θεογέφυρο και θα το δεχτεί ανεπιφύλακτα.

Αλλά η αγωνία του πρωτομάστορα και το κόστος -χρηματικό και ψυχικό- τροφοδοτούν των περισσοτέρων παραδόσεων την πλοκή, όσο κι αν τις απαλαίνει ο ρυθμός του παραμυθιού. Καταγράφονται όμως και ιστορίες, δρώμενα, με άλλου είδους αναφορές. Θα κλείσουμε με ένα πραγματικό γεγονός, που προκαλεί έκπληξη το απόμακρο της αιτιολόγησής του.

Το γεφύρι στο χωριό Παλιοκαρυά Τρικάλων -ανατολική Πίνδο- θέση Τσιμπιδαίικα, στο ποτάμι ΓκρόπαΣτα χωριά του Ζαγοριού, μέχρι τα τελευταία χρόνια, όταν μια γυναίκα έχανε στη γέννα το παιδί της, ανέβαινε στην κορυφή του πλησιέστερου γεφυριού και πετροβολούσε το νερό με τις αρκάδες του. Πίστευε πως έτσι τιμωρούσε το ποτάμι ως υπεύθυνο για το χαμό του παιδιού της.

Δηλαδή, μέσω των γεφυριών, βλέπουμε να επιζούν ως τις μέρες μας στοιχεία από την αρχαία λατρεία των ποταμών ως θεών της αφθονίας και της ευγονίας. Η Ζαγορίσια γυναίκα, από λανθάνουσα στο υποσυνείδητο διαίσθηση, φαίνεται να εντοπίζει τον παλιό προστάτη και να τον τιμωρεί -στην ουσία τον ξορκίζει για την επόμενη φορά! Μην ξεχνάμε πως το πέτρινο γεφύρι, κατά τη λαϊκή αντίληψη, ταπείνωσε τον ατίθασο ποταμό ζεύγοντάς τον.

Όλα τα γεφύρια στην ευρύτερη περιοχή της Ηπείρου (Πίνδος), χτίστηκαν, όπως είπαμε, στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Οργασμός κατασκευής παρατηρήθηκε από τα μέσα του 18ου μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, χρόνια δηλαδή που οι ξενιτεμένοι μπόρεσαν να βοηθήσουν, αλλά και ενθουσιάστηκαν από την ίδρυση στο νότο ελεύθερου κράτους. Σιγά-σιγά, από τα τέλη του 19ου αιώνα, άρχισαν να εμφανίζονται στην περιοχή και γεφύρια …νέου τύπου, γεφύρια «έντεχνα», τουλάχιστον στη μορφή. Δηλαδή, δίνουν τώρα πια τα σχέδια σπουδασμένοι μηχανικοί, αν και συνεχίζουν να τα υλοποιούν, πελεκώντας τις πέτρες και χτίζοντας, οι ίδιοι οι εμπειρικοί τεχνίτες. Η καθαρά όμως λαϊκή τεχνοτροπία όλο και υποχωρεί. Όλα αυτά θα διαρκέσουν μέχρι εκεί, γύρω στα 1950, που το τσιμέντο θα εισβάλλει -με ό,τι αυτό συνεπάγεται- και σε τούτα τα μέρη.

Το γεφύρι της Πορτίτσας -όνομα και πράγμα- κάτω απ’ το χωριό Σπήλαιο των Γρεβενών, στον ποταμό ΒελονιάΣήμερα, τα Ηπειρώτικα γεφύρια, καδραρισμένα στην αιωνιότητα του πλάτανου, έπαψαν να γεφυρώνουν το χώρο. Μέχρι όμως να διαλυθούν εις τα …εξ ων συνετέθησαν, θα συνεχίζουν, με τα παράξενα, μισοσβησμένα ονόματά τους, να γεφυρώνουν σε μια άλλη, ιδεατή διάσταση, το χρόνο.

Άλλωστε, θρυλικά πια, έχουν μετουσιωθεί σε σύμβολα… Του Κωτσαρέλου το γεφύρι! Το γεφύρι της Πολυτσάς! Της Μαλνίτσας το γεφύρι, της Βίγλας, του Γκρέτσι! Η καμάρα η Πατινή! Ούρα ε βιέτρα, ούρα ε Χοστέβα! Της Γκρίκας το γεφύρι! Το γεφύρι του Μίσιου! Της Βωβούσας, του Συγκούνη, του Αγά…

Από το κονίαμα που χρησιμοποιόταν -μίγμα σβησμένου ασβέστη, άμμου, τριμμένου κεραμιδιού, ελαφρόπετρας, ξερών χορταριών και κάποτε, κατά την παράδοση, μαλλιών ζώων και αυγών!

Το μεγαλύτερο τόξο του γεφυριού -η μεσιακιά καμάρα των δημοτικών τραγουδιών- που, όντας στη βαθειά κοίτη του ποταμού, απορροφάει τον κύριο όγκο των νερών.

Μικρότερα τόξα, δεξιά κι αριστερά του κύριου, προοριζόμενα να λειτουργούν στις μεγάλες χειμωνιάτικες κατεβασιές.

Διαμπερή ανοίγματα στο σώμα του γεφυριού, που μπορούν να απορροφούν ικανές ποσότητες νερού στις μεγάλες κατεβασιές, αλλά και να ελαφρώνουν, οπτικά, τις βαριά κατά κανόνα σιλουέτα του -λέγονται και παράθυρα. Υποστηρικτικές κατασκευές του γεφυριού στα μεσόβαθρα -σαν «κόφτες» μπροστά, σπάζουν την ορμή των νερών, σαν «κόντρες» πίσω, στηρίζουν αλλά και μειώνουν τον επικίνδυνο για τα θεμέλια στροβιλισμό. Στις πολύ μεγάλες κλίσεις χτίζονται, κατά διαστήματα ανθρώπινου βηματισμού, οι λεγόμενες «ούγιες» -επιμήκεις πέτρες τοποθετημένες εγκάρσια για να σκαλώνουν ταπόδια ανθρώπων και ζώων.

Για την προφύλαξη των διερχομένων, κατασκευάζονται δεξιά κι αριστερά του διαδρόμου διάβασης προστατευτικά μέσα -άλλοτε «αρκάδες», επιμήκεις όρθιες πέτρες, άλλοτε «παραπέτα», χτιστά στηθαία.

Η χρηματοδότηση πέτρινου γεφυριού, λόγω του υψηλού κόστους, έπαιρνε τέτοιες διαστάσεις στα μάτια του κόσμου, που τελικά οδήγησε σε κείνο το ανεπανάληπτο …«γιοφύρι θα φκιάσεις αν κάνεις αυτό το καλό»!