2005-2012, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Α'
Σας ευχαριστούμε
ΑRTA PRESS


Από το κραχ του 1929 στην ύφεση του 2009. Ογδόντα χρόνια άγνοια της πραγματικότητας.

Δημοσίευση: 12-11-2008 - Στήλη: Βιβλίο - Τεύχος: Τεύχος 36 (Νοέμβριος 2008)




Τα οικονομικά της αθώας απάτης
ΤΖΟΝ ΚΕΝΕΘ ΓΚΑΛΜΠΡΕΪΘ
ΜΤΦΡ. ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΕΛΑΣ
«ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ» - Α.Α.ΛΙΒΑΝΗ 2006
ΣΕΛ. 117

Ο Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ απεβίωσε πλήρης ημερών (98 ετών!) πριν από λιγότερο από δύο χρόνια, και δεν είχε την ευκαιρία να δει τις σκέψεις που διατύπωνε στο κύκνειο άσμα του «Τα οικονομικά της αθώας απάτης» να επιβεβαιώνονται με τον χειρότερο τρόπο – τον αναμενόμενο, θα συμπλήρωνε ενδεχομένως ο ίδιος. Τι λέει, με απλά λόγια, σε αυτό το ολιγοσέλιδο πόνημα; Γνωστά, από μια άποψη, πράγματα, που όμως φαίνεται ότι τα τελευταία χρόνια αγνοήθηκαν επιδεικτικά από εκείνους που χαράσσουν πολιτική. Για παράδειγμα ότι οι μάνατζερ των μεγάλων επιχειρήσεων έχουν απομακρυνθεί από τις επιθυμίες των μετόχων και δεν λαμβάνουν υπόψη τους παρά το στενό οικονομικό συμφέρον τους (βλ. κατάρρευση Enron, κ.ά.) Ότι η μείωση της φορολογίας των πλουσίων δεν αυξάνει την κατανάλωση, καθώς επίσης και ότι η όλο και μεγαλύτερη όσμωση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα οδηγεί σε θεμελιώδεις στρεβλώσεις στις δημόσιες επενδύσεις. Αλλά και ότι η αφύσικη διόγκωση του χρηματοοικονομικού τομέα και η υπεραισιοδοξία σε σχέση με τομείς της οικονομίας –όπως ήταν, π.χ., οι εταιρείες υψηλής τεχνολογίας– έχουν πάρει τα χαρακτηριστικά «φούσκας».
Βέβαια, παρόμοιες θέσεις έχει διατυπώσει πολλές φορές στο παρελθόν, πολλές από τις οποίες έχουν διασπαρθεί με ιδιαίτερη ενάργεια σε ένα από τα πρώτα και πλέον διαβασμένα βιβλία του, «Το μεγάλο κραχ του 1929». Από το 1955, οπότε και πρωτοεκδόθηκε, επανεκδίδεται διαρκώς, όχι μονάχα λόγω της αξίας του αλλά και επειδή, όπως παρατηρεί σκωπτικά ο ίδιος, «κάθε τόσο, ένα ακόμη κερδοσκοπικό επεισόδιο –μια ακόμη φούσκα– ανακινεί το ενδιαφέρον για το θέμα του» (σ. 11). Στο πυρήνα της σκέψης του, κι από τα στοιχεία που αποδίδει πιο γλαφυρά η πένα του, είναι η περιγραφή του κερδοσκοπικού πυρετού που προηγείται κάθε κατάρρευσης.
Ο Γκάλμπρεϊθ αφιερώνει αρκετές σελίδες στην περιγραφή των χρόνων και των μηνών που προηγούνται. Ωστόσο, το πιο λεπτομερές και ανατριχιαστικά αναλυτικό κομμάτι της περιγραφής αφορά εκείνες τις λίγες εβδομάδες του μεγάλου κραχ στα τέλη του Οκτώβρη – αρχές του Νοέμβρη του 1929, ξεκινώντας από την περίφημη πια «Μαύρη Πέμπτη». Η 24η Οκτωβρίου είναι «η πρώτη μέρα που η ιστορία ταυτίζει με τον πανικό του 1929», σημειώνει. «Εκείνη τη μέρα, 13 εκατομμύρια μετοχές άλλαξαν χέρια, πολλές από αυτές σε τιμές οι οποίες συνέτριψαν τα όνειρα και τις ελπίδες εκείνων που τις κατείχαν.» Εντούτοις, και παρά τον πανικό που ακολούθησε, η μεθοδευμένη «στήριξη» από τραπεζίτες κατάφερε να ανακόψει το κύμα πωλήσεων, έτσι ώστε ο βιομηχανικός δείκτης των New York Times να χάσει εκείνη τη μέρα μονάχα 12 μονάδες.
Το γυαλί όμως είχε ραγίσει και τη Δευτέρα 28 Οκτωβρίου έσπασε οριστικά. Εκείνη τη μέρα, ο δείκτης των NY Times έπεσε κατά 49 μονάδες, ωστόσο ακόμη κι αυτή η τεράστια πτώση δεν ήταν τίποτε μπροστά σε αυτό που ακολούθησε: «Η Τρίτη 29 Οκτωβρίου ήταν η πιο καταστροφική ημέρα στην ιστορία του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης και ίσως η πιο καταστροφική ημέρα στην ιστορία των χρηματιστηρίων.» (σ. 196). Ο όγκος συναλλαγών εκτινάχθηκε σε τεράστια ύψη, ενώ η κάθετη πτώση των μετοχών συνοδευόταν από φήμες για πτώσεις επενδυτών από τα παράθυρα των γειτονικών πολυκατοικιών…
Το 1929 το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης ήταν περίπου 112 ετών. Είχε γνωρίσει ξανά στο παρελθόν δύσκολες μέρες, αλλά «…Το ιδιαίτερο γνώρισμα του μεγάλου κραχ του 1929 ήταν ότι αυτό που τη μια μέρα έμοιαζε ότι ήταν το τέλος, την επόμενη μέρα αποδεικνυόταν ότι ήταν μόνο η αρχή.» (σ. 192). Και πράγματι, τις επόμενες μέρες το Χρηματιστήριο κινήθηκε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, ενώ η εβδομάδα που ξεκίνησε από τη Δευτέρα 11 Νοεμβρίου ήταν σκέτη καταστροφή: «Από όλες τις ημέρες του κραχ, αυτές ήταν χωρίς αμφιβολία οι πιο θλιβερές.» Δεν έλειπε βέβαια και το κάπως σαρδόνιο χιούμορ ορισμένων: «Λέγεται ότι οι υπάλληλοι των ξενοδοχείων στο κέντρο της πόλης ρωτούσαν τους πελάτες τους αν ήθελαν το δωμάτιο για να κοιμηθούν ή για να πηδήξουν…» (σ. 220).
Ένας μύθος γύρω από το μεγάλο κραχ ήταν η πεποίθηση ότι τα χρόνια που προηγήθηκαν η οικονομία των ΗΠΑ ήταν υγιής και ισχυρή. Ο Γκάλμπρεϊθ δείχνει ότι αυτό δεν ήταν αληθές, και διατυπώνει πέντε θεμελιώδη αίτια που μια χρηματιστηριακή κρίση βύθισε την «πραγματική οικονομία» των ΗΠΑ και ολόκληρου του πλανήτη σε μακροχρόνια ύφεση. Έχει σίγουρα ενδιαφέρον να δει κανείς, τηρουμένων των αναλογιών, σε ποιο βαθμό τα αίτια αυτά ανιχνεύονται και σήμερα. Πρώτον, η άνιση κατανομή του εισοδήματος. Τη δεκαετία του 20, η μεγάλη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, κατά 43 τοις εκατό, δεν συνοδεύτηκε από αύξηση των μισθών. Δεύτερον, η κακή δομή των εταιρειών, που «είχαν ανοίξει τη φιλόξενη αγκαλιά τους σε έναν απίθανο αριθμό μεσαζόντων και απατεώνων». Τρίτον, η δομή του τραπεζικού συστήματος, το ξάνοιγμα σε δάνεια χωρίς πολλά εχέγγυα. Τέταρτον, η αμφίβολη κατάσταση του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών, και, πέμπτον, η κακή πληροφόρηση και μια σειρά από αδράνειες ή λανθασμένες αποφάσεις πολιτικών και των οικονομικών συμβούλων.
Διαβάζοντας σήμερα τα βιβλία του Γκάλμπρεϊθ, όπως άλλωστε και άλλων μεγάλων στοχαστών και οικονομολόγων (Κρούγκμαν, Στίγκλιτς, κ.ά.), εντυπωσιάζεται κανείς από το γεγονός ότι η γνώση για την αποφυγή μιας νέας μεγάλης κρίσης ήταν υπαρκτή και στέρεα.. Κι όμως, η ίδια ψυχολογία, η ίδια ανόητη πίστη στον εύκολο και δίχως όρια πλουτισμό, ερήμην της πραγματικότητας, οδήγησε και πάλι σε μια βαθιά χρηματοοικονομική κρίση με απρόβλεπτες ακόμη συνέπειες.

*Ο Κώστας Κατσουλάρης είναι συγγραφέας και βιβλιοκριτικός.
kostas.katsoularis@gmail.com