2005-2012, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Α'
Σας ευχαριστούμε
ΑRTA PRESS


Πέτρος Μάρκαρης - Το διάβασμα είναι μια πορεία απο τη σκέψη στο στοχασμό

Δημοσίευση: 10-05-2008 - Τεύχος: Τεύχος 31 (Μάιος 2008)



ΠΕΤΡΟΣ ΜΑΡΚΑΡΗΣ

Το διάβασμα είναι μια πορεία από τη σκέψη στο στοχασμό

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ:  ΝΤΙΝΟΣ ΓΙΩΤΗΣ Κύριε Μάρκαρη, γιατί διαβάζουμε; Η ερώτηση έχει υποερωτήσεις. Γιατί διαβάζουμε γενικά; Ή γιατί απολαμβάνουμε το διάβασμα; Στην πρώτη ερώτηση η απάντηση είναι σχετικά εύκολη, ειδικά στην Ελλάδα. Διαβάζουμε για να μπούμε στο πανεπιστήμιο και μετά διαβάζουμε για να πάρουμε το πτυχίο. Μόλις τα καταφέρουμε και τα δυο έχουμε αναγνωστικά γεράσει, και βγήκαμε στη σύνταξη. Γιατί είναι ζήτημα, αν ανοίγουμε μετά από τις σπουδές βιβλίο. Ακόμα και το διάβασμα της εφημερίδας το υποκαταστήσαμε με τα οπτικοακουστικά μέσα. Τώρα, γιατί απολαμβάνουμε το διάβασμα; Εδώ πιστεύω ότι υπάρχουν τόσες απαντήσεις όσο και ο πλούτος και η ποικιλία των αναγνωσμάτων. Για τον αληθινό αναγνώστη το διάβασμα είναι μια ανάγκη, μια απόλαυση και μια ανακούφιση, όπως το φαγητό, αλλά και η...τουαλέτα. Ωστόσο η πλειονότητα της ανθρωπότητας δεν διαβάζει... Αν η ανθρωπότητα αγαπούσε στην πλειοψηφία της το διάβασμα, θα είχαμε μια άλλη ανθρωπότητα και διάφοροι πολιτικοί και άλλοι παράγοντες δε θα είχαν μια τόσο «εύκολη» επαγγελματική ζωή. Από την άλλη η ανθρωπότητα δεν κέρδισε την πολιτισμική ανάπτυξη της μέσα από τις πλειοψηφίες. Αντίθετα, η πολιτισμική, καλλιτεχνική, επιστημονική ανάπτυξη προέκυψε συχνά μέσα από μειοψηφίες και συχνότερα ακόμα μέσα από άτομα ή ρεύματα, που στην εποχή τους έπαιρναν συνήθως τον χαρακτηρισμό του «ψώνιου». Δεν πιστεύω να έχω ακούσει πιο βάρβαρη έκφραση στα ελληνικά από εκείνη του «κουλτουριάρη». Αυτή υπήρξε πολλές φορές η απαξιωτική στάση της πολιτικής και των πλειοψηφιών που εκφράζει απέναντι στον πολιτισμό και κατ’επέκταση στην ανάγνωση. Το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα απαρτίζεται ακόμα απόν «ψώνια» και «κουλτουριάρηδες». Για ν’αλλάξει αυτό χρειάζεται πολλή και επίπονη προσπάθεια. Μήπως τελικά η ανάγνωση αποτελεί ταυτόχρονα καταφυγή και υπεκφυγή, θέλω να πω, καταφεύγουμε σε ένα φανταστικό σύμπαν προκειμένου να υπεκφύγουμε από την ίδια τη ζωή ή για να χρησιμοποιήσω μια φράση του Βαλερί " ένα βιβλίο βοηθάει να μη σκεφτόμαστε"; Η μετάβαση σε έναν φανταστικό κόσμο, όπως τον λέτε, βοηθάει στο να μη σκεφτόμαστε συμβατικά και όχι στο να μη σκεφτόμαστε γενικά. Συνήθως το καλό βιβλίο ερεθίζει και τη σκέψη και τη φαντασία. Μόνο που η σκέψη αυτή είναι μια παρέκκλιση από τη ρουτίνα του σκέπτεσθαι,είναι μια πορεία από τη σκέψη στο στοχασμό. Ο αστυνόμος Χαρίτος, ο κεντρικός ήρωας των αστυνομικών μυθιστορημάτων σας έχει ως χόμπυ την ανάγνωση λεξικών. Σε μια ιδανική βιβλιοθήκη, ποιο είναι το ένα και μοναδικό λεξικό που θα τοποθετούσατε; Τα λεξικά συγκεντρώνουν και εκφράζουν τη γλώσσα. Συνεπώς, είναι αδύνατο να υπάρξει μόνο ένα λεξικό. Κάθε γλώσσα έχει και ένα που ξεχωρίζει. Στην Ελλάδα θα έβαζα το εννεάτομο λεξικό του Δημητράκου. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι είναι διαχρονικά το καλύτερο ελληνικό λεξικό. Ο αστυνόμος Μπέκας του Γιάννη Μαρή δεν πέρασε ποτέ τα σύνορα της χώρας σε αντίθεση με τον δικό σας Κώστα Χαρίτο. Είστε γνωστός στο εξωτερικό, στην Ισπανία είστε ο πιο γνωστός έλληνας συγγραφέας. Τι είναι εκείνο που κάνει έναν συγγραφέα και το έργο του να γίνονται ευρύτερα γνωστοί; Η ατυχία του Γιάννη Μαρή ήταν ότι έζησε σε λάθος τόπο και σε λάθος χρόνο. Αν είχε εκδοθεί σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα, θα είχε τελείως διαφορετική τύχη. Το γεγονός αυτό μας απαντάει εν μέρει και το ερώτημα σας. Ο συγγραφέας για να γίνει γνωστός στο εξωτερικό, κυρίως όταν κατάγεται από μικρή γλώσσα, χρειάζεται να έχει έναν καλό μεταφραστή και έναν καλό εκδοτικό οίκο. Οσοδήποτε καλό και ενδιαφέρον αν είναι το βιβλίο του, θα έχει περιορισμένη τύχη, αν δεν έχει αυτά τα δυο πλεονεκτήματα στην αφετηρία. Από εκεί και πέρα ποια θέματα και ποια μυθιστορήματα κινούν το ενδιαφέρον του κοινού, αυτό είναι κάτι που διαφέρεια από χώρα σε χώρα. Σίγουρα όμως σε χώρες που το μυθιστόρημα είναι αγαπητό είδος, ο μέσος αναγνώστης ενδιαφέρεται πολύ περισσότερο για την ιστορία και την εξέλιξη της και πολύ λιγότερο για το ύφος γραφής και τις ασκήσεις ύφους. Όταν αναλάβατε, πρόσφατα, πρόεδρος του ΕΚΕΒΙ, είχατε πει ότι αποτελεί τιμή αλλά και χαρά σας να συμβάλλετε, από τη νέα σας θέση,  στην προώθηση του βιβλίου και της αγάπης για το βιβλίο στην Ελλάδα. Έχετε σκεφθεί συγκεκριμένους τρόπους μέχρι στιγμής; Κοιτάξτε, δεν υπάρχουν πολλές εναλλακτικές λύσεις, ούτε εξαρτάται από κάποια ιδιαίτερη πρωτοτυπία. Το πρώτο που χρειάζεται το ελληνικό βιβλίο για να έχει πιθανότητες στο εξωτερικό είναι η πληρωμή τωνμεταφράσεων. Σήμερα πια κανένας εκδότης, παγκοσμίως, δεν εκδίδει έναν άγνωστο συγγραφέα, αν το κράτος προέλευσης του συγγραφέα δεν επωμισθεί το κόστος της μετάφρασης. Αυτό δεν ισχύει μόνο για την Ελλάδα, ή για τις μικρές γλώσσες, αλλά ακόμα και για χώρες εγκαταστημένες στο χώρο των γραμμάτων, όπως π.χ. η Γερμανία. Είναι επίσης σημαντικό να απευθύνεται κανείς σε μικρούς εκδότες, γιατί αυτοί έχουν διάθεση να βγάλουν και να στηρίξουν νέους ή άγνωστους συγγραφείς.Οι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι προτιμούν και τα μεγάλα ονόματα, ή τουλάχιστον εκείνα που έχουν εκδοθεί ήδη στο εξωτερικό. Με την ιδιότητα του σεναριογράφου, γνωρίζετε τοελληνικό σινεμά από τα μέσα. Συμμερίζεστε την άποψη που θεωρεί ότι για τη χαμηλή ποιότητα των ελληνικών ταινιών φταίνε τα προβληματικά σενάρια; Καταρχήν, πολλά απ’αυτά τα προβληματικά σενάρια δεν είναι έργο των σεναριογράφων, αλλά των σκηνοθετών-σεναριογράφων, κάτι που συνήθως πρώτοι οι σκηνοθέτες το ξεχνάνε. Δεύτερον, το πρόβλημα θεματικής στο σενάριο είναι ένα γενικότερο πρόβλημα επιλογής θεμάτων, όχι μόνο από σκηνοθέτες, αλλά και από συγγραφείς. Αν οι ελληνικές ταινίες δε βρίσκουν μεγάλη ανταπόκριση στο εξωτερικό, το ίδιο περίπου συμβαίνει και με το μυθιστόρημα. Συνεπώς, έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα ευρύτερο θέμα και όχι ένα θέμα στενά σεναριακό. Τι πιστεύετε ότι πρέπει να αλλάξει στο χώρο της κινηματογραφικής παιδείας και ειδικά στον τομέα του σεναρίου; Θα πρέπει να σας μιλήσω πάλι για σεμινάρια, script editors, συμβούλους σεναρίου και ων ουκ έστι τέλος. Με άλλα λόγια συνταγές, που τις μασάμε σαν καραμέλα και ελάχιστα έχουν βοηθήσει ως τώρα. Στο κάτω-κάτω, για την επιλογή θεμάτων δεν ευθύνονται οι σεναριογράφοι, αλλά οι σκηνοθέτες. Προσωπικά δε γνωρίζω έλληνα σκηνοθέτη του σινεμά, που να δέχεται να γυρίσει ταινία με άλλη ιδέα, εκτός από τη δική του. Ο σεναριογράφος, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία,εξομοιώνεται, κατά παράδοξο τρόπο, με τεχνικούς συντελεστές επί μέρους συμβολών, (π.χ. ηχολήπτη, ενδυματολόγο  κ.α) σε αντίθεση με τις νομοθεσίες όλων των ευρωπαικών κρατών που αναγνωρίζουν το σεναριογράφο ως πνευματικό συνδημιουργό του οπτικοακουστικού έργου. Με την κατάρτιση του νέου νομοσχεδίου περί Κινηματογραφίας πιστεύετε ότι τώρα δίνεται η ευκαιρία για εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την ευρωπαική αλλά και για άρση αυτής της ανισότητας; Η εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την ευρωπαϊκή είναι απαραίτητη και έπρεπε να είχε γίνει ήδη. Πολλά έχουν αλλάξει από την εποχή που ψηφίστηκε ο νόμος τη Μελίνας και είναι φυσικό να έχει γίνει αναχρονιστικός. Όσο για την εξομοίωση με επιμέρους συντελεστές, το κύρος τους οι σεναριογράφοι οφείλουν να το διεκδικήσουν με τη δουλειά και τους όρους της δουλειάς τους. Αν δεν επιτύχουν σ’αυτό, οποιαδήποτε άλλη βελτίωση στα χαρτιά, θα έχει μικρή συμβολή. Πρόσφατα η  Ευρωπαική Ακαδημία Κινηματογράφου (European Film Academy) αποφάσισε οι σεναριογράφοι εφεξής να αναφέρονται παράλληλα με τους σκηνοθέτες και τους παραγωγούς στα credits της ταινίας. Έτσι στους τίτλους της ταινίας δεν θα εμφανίζεται πια το σύνηθες "a film by..." αλλά μαζί με το "directed by..." πλέον και το "written by...". Πώς πιστεύετε ότι πρέπει να αξιοποιήσει την απόφαση αυτή η Ένωση Σεναριογράφων Ελλάδος, της οποίας είστε μέλος; Καταρχήν συμφωνώ, γιατί αυτό το "a film by" είναι μια έπαρση, που περιορίζει στο ελάχιστο τη συμβολή όλων των άλλων συντελεστών. Η επίκτητη έπαρση των σκηνοθετών δεν πήγε το σινεμά προς το καλύτερο. "Και λίγη σεμνότητα δε βλάπτει", όπως λέγαμε παλιά. Τώρα από εκεί και πέρα το πώς θα αξιοποίησει αυτή τη βελτίωση η ΕΣΕ, αυτό εξαρτάται από δυο παράγοντες: από το κύρος που διαθέτει η ΕΣΕ στο χώρο, και από την αποδοχή στην πράξη της δημιουργικής συμβολής του σεναριογράφου στην πραγμάτωση της ταινίας. Πείτε μας κάποια βιβλία και κάποιες ταινίες που σας εντυπώθηκαν/επηρρέασαν; Θα σας έλεγα, αν μου δίνατε άλλες πέντε σελίδες. Επειδή αυτό δεν είναι εφικτό και εγώ απεχθάνομαι τα «χάπια» προτιμώ να μην πω τίποτα.

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη.Σπούδασε οικονομικές επιστήμες. Από το 1976 εργάζεται ως ελεύθερος συγγραφέας. Μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος, και μεταφραστής.  Μελετητής του έργου του Μπέρτολντ Μπρεχτ και σεναριογράφος του Θόδωρου Αγγελόπουλου .Έχει γράψει μυθιστορήματα, θεατρικά έργα, σενάρια γιατον κινηματογράφο και την τηλεόραση, δοκίμια, ενώ έχει μεταφράσει στα ελληνικά, έργα των Γκαίτε, Βέντεκιντ και άλλων. Ανάμεσα στα βιβλία του συγκαταλέγονται και τέσσερα αστυνομικά: το Νυχτερινό δελτίο (1995), το Άμυνα ζώνης (1998), Το Ο Τσε Αυτοκτόνησε (2003) και το Βασικός μέτοχος (2006). Και στα τέσσερα κεντρικός ήρωας είναι ο αστυνόμος Κώστας Χαρίτος. Διδάσκει Δραματολογία στο Τμήμα Θεάτρου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.Μέλος της Ένωσης Σεναριογράφων Ελλάδος και  Πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) από το 2008.