2005-2012, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Α'
Σας ευχαριστούμε
ΑRTA PRESS


Πρώτες εμφανίσεις, ώριμες καταθέσεις

Δημοσίευση: 10-05-2008 - Στήλη: Βιβλίο - Τεύχος: Τεύχος 31 (Μάιος 2008)



Παρά τον εκδοτικό πληθωρισμό, οι μεγάλοι αλλά και οι σοβαροί μικρότεροι εκδοτικοί οίκοι έχουν τα τελευταία χρόνια κλείσει τη στρόφιγγα που έμπαζε κατά δεκάδες νεαρούς πεζογράφους στην εγχώρια λογοτεχνική αρένα, σε βάρος όπως ήταν επόμενο της ποιότητας. Παρατηρείται μάλιστα κάθετη αύξηση στην ηλικία των
πρωτοεμφανιζόμενων πεζογράφων, με τα καλύτερα δείγματα γραφής να δίνονται από άντρες και γυναίκες που έχουν τις περισσότερες φορές διαβεί το κατώφλι των σαράντα, ενώ στην πλειονότητά τους εμφανίζονται με όχημα τη μικρή φόρμα. Από αυτή την άποψη η πρώτη εμφάνιση του νεαρότατου Γιάννη Παλαβού (γεν. 1980, στην Κοζάνη) ήταν θετικότατη έκπληξη. Πρώτα απ’ όλα, ο Παλαβός,παρότι έχει ήδη μερικά χρόνια που κατατρίβεται με τη γραφή όπως μαρτυρούν οι ημερομηνίες συγγραφής των διηγημάτων του, δεν υπέκυψε στον πειρασμό (ή την παγίδα, από άλλη άποψη) του μυθιστορήματος, κι ας θεωρείται από εμπορικής άποψης πολύ πιο δυναμικό ξεκίνημα. Κατά δεύτερον, δεν υποκύπτει ούτε θεματολογικά σε υποτιθέμενες νεανικές προβληματικές,παρότι το νεαρόν της ηλικίας του ανιχνεύεται στα κείμενά του, κυρίως ως υπερχειλίζουσα ενέργεια ή πρόωρα ματαιωμένο πάθος.
Κοινός καμβάς, σχεδόν σε όλες τις ιστορίες στη συλλογή «Αληθινή αγάπη» (Introbooks), ήρωες που γυρεύουν την «αληθινή αγάπη», με πείσμα, επιμονή, χιούμορ, πόνο. Ερωτικές νύχτες που προοιωνίζονται θερμές, καταλήγουν
διατριβές στην απελπισία· άλλες, που δεν υπόσχονται πολλά, εξελίσσονται σε ερωτικά παράφορες. Ανιχνεύσεις μιας περίκλειστης ζωής στην επαρχία, αέναες
περιηγήσεις στα μπαρ του αθηναϊκού κέντρου, απρόσμενες ανθρώπινες φιγούρες σε φοιτητικές εστίες, ευαισθησία που γυρεύει να συνομιλήσει, να πραγματωθεί. Άνισες
μεταξύ τους, και από κάποιες απόψεις πολύ διαφορετικές γράφτηκαν, άλλωστε, σε βάθος πενταετίας, οι ιστορίες του Παλαβού μένουν για καιρό στο μυαλό, μαρτυρώντας την ύπαρξη ενός ιδιότυπου και πολλά υποσχόμενου συγγραφικού νου.
Πολύ διαφορετική περίπτωση, ο κατά είκοσι δύο χρόνια σοφότερος Μάκης Καραγιάννης (γεν. 1958, στην Κοζάνη, επίσης) βρίσκεται σε πιο ώριμη συγγραφικά φάση. Ο «Καθρέφτης και το πρίσμα» (Νεφέλη) είναι η πρώτη του πεζογραφική δουλειά, αλλά έχει πίσω του ήδη μια μελέτη, σημαντική δράση στα λογοτεχνικά πράγματα της περιοχής του (περιοδικό Παρέμβαση, κ.ά.), αλλά και συστηματική αρθρογραφία σε εφημερίδες. Τα διηγήματα της συλλογής συνομιλούν σε βάθος χρόνου τόσο με προσωπικότητες του νεοελληνικού ή πρόωρου ευρωπαϊκού
διαφωτισμού, όσο και με τους μεγάλους διηγηματογράφους του 19ου αιώνα. Τα κείμενά του είναι καλειδοσκοπικά, παίζουν με το είδος της φανταστικής βιογραφίας
(πρωτομάστορας της οποίας υπήρξε, ως γνωστόν, ο Μπόρχες), όμως τελικά διακτινίζονται στο σύμπαν της καθαυτής μυθοπλασίας όπου και δικαιώνονται.
Το αίσθημα της ματαίωσης, των μειωμένων δυνατοτήτων στη ζωή της επαρχίας, χαρακτηρίζει αρκετά από τα διηγήματα («Σπασμένος κρίκος», «Γραφή δε μένει εις
χρόνους πληρεστάτους»), είτε περιγράφουν την άτυχη ζωή ενός παιδιού που ξεστράτισε στα ναρκωτικά («Χώματα γλυκά»), είτε την άδεια ζωή ενός δασκάλου σε κάποιο επαρχιακό σχολείο («Βίος και Πολιτεία του Παντελή Δημητρίου»). Ωστόσο, κι αυτή είναι η μεγάλη επιτυχία του Καραγιάννη, στο σύνολό τους τα διηγήματα κατορθώνουν να υπερβούν τον χαμηλό ορίζοντα της επαρχιακής θεματολογίας με τη μίζερη συχνά εμμονή στο «μικρό» και το «λίγο» αντλώντας το επιπλέον οξυγόνο τους από τη λογοτεχνία και την Ιστορία. Η γλώσσα, σαφής, μετρημένη, συγκρατημένα λυρική, μαρτυρά δουλειά, γνώση και σιγουριά. Μια ώριμη, κατασταλαγμένη δουλειά, που αδικήθηκε ελαφρώς από το κάπως ψυχρό εξώφυλλο και τη ασθενική, από εκδοτικής πλευράς, προώθησή του. Παρόμοια έκπληξη δοκιμάσαμε φέτος με το βιβλίο ενός ακόμη πρωτοεμφανιζόμενου στην πεζογραφία, με ποιητικό και κριτικό έργο όμως πίσω του. Ο 43χρονος Πάνος Παναγιωτίδης έγραψε ένα μυθιστόρημα που έχει για την ώρα περάσει απαρατήρητο, αλλά κάτι μας λέει ότι σύντομα θα συζητηθεί. Τίτλος του «Ερώτων και αοράτων» (Γαβριηλίδης) και θέμα του ο παράφορος έρωτας μιας σαραντάχρονης για έναν παράξενο άντρα που αποφασίζει να αφιερώσει τη ζωή του στην αναζήτηση της αλήθειας γύρω από τη ζωή και τη δράση τριών θεωρούμενων ως σύγχρονων αγίων. Η γραφή του Παναγιωτίδη ξενίζει αρχικά, μοιάζει παλιακή και κάπως παλιομοδίτικη, ωστόσο έχει μεγάλη δύναμη και υποβλητικότητα. Στην ίδια κατηγορία εντάσσεται ακόμη  ο κυπριακής
καταγωγής Μάριος Μιχαηλίδης, που έδωσε φέτος την πρώτη πεζογραφική του δουλειά σε ώριμη ηλικία. Ο βραβευμένος ήδη για την ποίησή του, με τη νουβέλα
«Οστεοφύλαξ» (Μεταίχμιο) κατέθεσε ένα ώριμο και κατασταλαγμένο πρώτο πεζογράφημα, από αυτά που αδιαμφισβήτητα ξεχώρισαν. Απέδειξε ότι η νεότητα δενείναι πανάκεια στη λογοτεχνία, κι ότι όλο και συχνότερα οι εκπλήξεις και η φρεσκάδα έρχονται από εκεί που δεν το περιμένεις.Αν προστεθεί στους παραπάνω και η Ευτυχία Καλλιτεράκη,επίσης σχετικά μεγάλης ηλικίας, που με τη συλλογή της
«Κουμπότρυπες» (Μελάνι) έκανε αίσθηση αλλά και ο Γιώργος Κατηφόρης που με το «Σάμπα και κολέγιο» (Μεταίχμιο) έδωσε ένα μυθιστόρημα με πνοή και όμορφες
εικόνες, τότε επιβεβαιώνεται η άποψη ότι η λογοτεχνία δεν είναι κούρσα εκατό μέτρων αλλά μαραθώνιος.Έτσι, ουσιαστικά, την τιμή των νέων στην περσινή συγγραφική φουρνιά, έσωσαν κυρίως ένας Παλαβός, και μια Φακίνου (Μαρία), που κι αυτή με το πρωτόλειό της μυθιστόρημα «Τα καπρίτσια της κυρίας .» (Καστανιώτης)έβαλε υποθήκες για το μέλλον.

Ο Κώστας Κατσουλάρης είναι συγγραφέας και βιβλιοκριτικός.
kostas.katsoularis@gmail.com