|
Ο πολιτισμός μας παράγει σήμερα έναν όλο και αυξανόμενο όγκο κειμένων προς ανάγνωση. Βιβλία, εφημερίδες, περιοδικά, κείμενα στο διαδίκτυο, blogs, ακόμη και sms. Περισσότερο ίσως από ποτέ, για να μετέχει κανείς στον σύγχρονο κόσμο είναι αναγκασμένος να διαβάζει. Ζούμε άραγε μια άνθηση της ανάγνωσης; Ένας τρόπος για να θέσουμε τα σωστά ερωτήματα είναι ίσως μέσα από τη μελέτη της ιστορίας της ανάγνωσης, εγχείρημα εξαιρετικά πολύπλοκο, το οποίο έφεραν σε πέρας, με εξαιρετική επάρκεια και βάθος οι επιμελητές και συγγραφείς του συγκεκριμένου τόμου. Το έργο είναι συλλογικό, και χωρίζεται σε ευδιάκριτες ιστορικές περιόδους.
Καταρχήν είναι η αρχαιότητα: Ο κόσμος της, ουσιαστικά προφορικός, αναπαραγόταν μέσα από τους μύθους και την επική ποίηση. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η ενσωμάτωση του φοινικικού αλφάβητου δεν σήμαινε την εγκατάλειψη της προφορικότητας, αλλά τόνιζε ακόμη περισσότερο κάτι που απασχολούσε ιδιαίτερα τους αρχαίους: το «κλέος», τη φήμη, τη δόξα, που μέσα από τις επιτύμβιες στήλες γίνονταν ακόμη εμφανέστερα. Ωστόσο, ήδη από τα μέσα του 5ου αιώνα, οι αρχαίοι είχαν όχι μονάχα ενσωματώσει την ανάγνωση στην καθημερινή τους ύπαρξη, αλλά είχαν κάνει και τα πρώτα ουσιαστικά βήματα για το πέρασμα από την μεγαλόφωνη ανάγνωση στην σιωπηλή. Και τούτο, παρά τις δυσκολίες που έθετε η συνεχής γραφή, δηλαδή η μη ύπαρξη μεσοδιαστημάτων ανάμεσα στις λέξεις, τεχνική καινοτομία που εισήχθη πολύ αργότερα, τον 7ο μ. Χ. αιώνα.
Στα ρωμαϊκά χρόνια, από την άλλη, αρχικά η χρήση της γραφής περιοριζόταν στο ιερατικό σώμα και στις τάξεις των ευγενών. Την επόμενη περίοδο, η κατοχή ελληνικών αντικειμένων έγινε μέσο επίδειξης πλούτου και κύρους και ολόκληρες ελληνιστικές βιβλιοθήκες μεταφέρθηκαν από την Ελλάδα. Ήδη από τότε, υπήρχαν έργα που προορίζονταν για ένα μεγαλύτερο και απαίδευτο κοινό, και άλλα για σχολαστικούς αναγνώστες. Σε πολλές περιπτώσεις ένα έργο, όπως π.χ. το περίφημο «Σατυρικόν» του Πετρώνιου, κάλυπτε ανάγκες μιας μεγάλης γκάμας αναγνωστών: από εκείνους που έβλεπαν σε αυτό μια άτακτη παράθεση πικάντικων γεγονότων, έως τους πιο σχολαστικούς που αναγνώριζαν μια βαθύτερη αίσθηση ζωής.
Στον Μεσαίωνα, με τη σταδιακή επικράτηση του χριστιανισμού κυριάρχησε ένα είδος σιωπηλής ανάγνωσης που αποσκοπούσε στην καλύτερη κατανόηση των κειμένων, στα οποία τώρα αποδίδονται αλληγορικές διαστάσεις. Το κατεξοχήν βιβλίο ήταν η Αγία Γραφή: αυτό διάβαζαν οι μοναχοί, αυτό αποτελούσε τη βάση της πνευματικότητάς τους. Δεν είναι τυχαίο που αναφέρονταν σε αυτή την άσκηση αφομοίωσης και στοχασμού της Βίβλου με τη λέξη ruminatio (μηρυκασμός). Η ανάγνωση ήταν η πνευματική τροφή των μοναχών, μια «μετάληψη λόγου». Τα πράγματα θα αλλάξουν άρδην την εποχή του σχολαστικισμού. Από τον 12ο αιώνα και μετά, η ανάγνωση θα περάσει σταδιακά από τα μοναστήρια στους εκπαιδευτικούς θεσμούς, στα σχολεία ή στα πανεπιστήμια, γίνεται βασικό στοιχείο της εκπαίδευσης. Ταυτόχρονα, ο αριθμός των κειμένων, λογοτεχνικών ή μη, αυξάνεται, με αποτέλεσμα να απαιτείται μια πιο γρήγορη πρακτική, ευνοώντας τη σιωπηλή ανάγνωση.
Η επανάσταση του Γουτεμβέργιου στα μέσα του 15ου αιώνα σήμανε μια εντελώς καινούργια περίοδο για την ανάγνωση. Η εξάπλωση της τυπογραφίας, ευνοώντας την τάση που προϋπήρχε για επιστροφή στις εθνικές γλώσσες, οδήγησε σε μαζική αύξηση του αναγνωστικού κοινού. Στην ανάπτυξη της ανάγνωσης την ίδια περίοδο συντέλεσε αναμφίβολα και η άνοδος του προτεσταντισμού κατά τη διάρκεια της Μεταρρύθμισης. Η συμβολή της επανάστασης της τυπογραφίας στη διάδοση των ιδεών το Λούθηρου αποτυπώνεται παραστατικά σε μια φράση που ήταν ευρύτατα διαδεδομένη ήδη από τον 16ο αιώνα: «Η Μεταρρύθμιση, κόρη του Γουτεμβέργιου».
Από τις αρχές του 16ου αιώνα, έχουμε την κυκλοφορία βιβλίων μικρού σχήματος, του romance. Τα romance είναι μικρά τόσο σε μέγεθος όσο και σε αριθμό σελίδων, πράγμα που ευνοεί την ανάγνωσή τους όσο και την κυκλοφορία τους. Η νέα αυτή μορφή αρχίζει και επηρεάζει και την ίδια τη δημιουργία που, σε ορισμένες περιπτώσεις, προσαρμόζεται στο καινούργιο μοντέλο. Παρόμοιας λογικής είναι και οι Μπαλάντες στην Αγγλία, τον 16ο αιώνα, στη διάρκεια του οποίου κυκλοφορούν τουλάχιστον 3.000 από αυτές. Σε όλη αυτή την περίοδο, καινούργια σχήματα, τόσο στο μέγεθος όσο και στον αριθμό των σελίδων, βγαίνουν στο εμπόριο, και μια νέα αγορά αναπτύσσεται ραγδαία.
Στα τέλη του 18ου αιώνα συντελείται μια αληθινή επανάσταση στην ανάγνωση, τέτοια που κάνει ορισμένους συντηρητικούς εκείνης της εποχής, π.χ. στη Γερμανία, να συγκρίνουν τις επιπτώσεις της στην κοινωνία με τις επιπτώσεις της Γαλλικής Επανάστασης. Στην κεντρική Ευρώπη παίρνει τη μορφή επιδημίας, κι εκφράζει αυτή την αλλαγή προτύπου που οι ιστορικοί αντιλαμβάνονται ως το πέρασμα από την «εντατική» στην «εκτεταμένη» ανάγνωση. Αντί ο αναγνώστης να εντρυφεί δια βίου σε συγκεκριμένα κείμενα, η νέα πρακτική επιτάσσει την εξάπλωσή της, ακόμη και για απλή ευχαρίστηση.
Η εποχή του Διαδικτύου φέρνει ένα καινούργιο «παράδειγμα» στην ανάγνωση. Η όλο και μεγαλύτερη αμφισβήτηση του «κανόνα», δηλαδή του σώματος των κειμένων που συνιστούν μια παράδοση με την οποία οφείλει κάθε εγγράμματος να εξοικειωθεί, καθώς και η επέκταση του ηδονιστικού δόγματος «διαβάζω ό,τι μου αρέσει», έχουν οδηγήσει σε έναν νέου τύπου αναγνώστη που αρκείται μάλλον να «διατρέχει» παρά να «διαβάζει». Ποιο θα είναι το μέλλον της ανάγνωσης κάτω από αυτές τις συνθήκες; Δύσκολο να προβλέψει κανείς. Ας ξαναθυμηθούμε μονάχα τη δήλωση του Χόρχε Λουίς Μπόρχες ότι η ανάγνωση είναι «μια μορφή ευτυχίας».
*Ο Κώστας Κατσουλάρης
είναι συγγραφέας και βιβλιοκριτικός.
kostas.katsoularis@gmail.com |