2005-2012, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Α'
Σας ευχαριστούμε
ΑRTA PRESS


Στο γαϊτανάκι του παγανιστικού χρόνου

Δημοσίευση: 12-04-2008 - Τεύχος: Τεύχος 30 (Απρίλιος 2008)



Στο γαϊτανάκι του παγανιστικού χρόνου

Του Γιάννη καλπούζου*

«Πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται» ψάλλεται την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και άρχεται το λεγόμενο Τριώδιον, εκ του ομώνυμου εκκλησιαστικού βιβλίου.
Ακολουθούν η Κυριακή του Ασώτου, της Απόκρεω, της Τυρινής.
Και να ΄σου ο Διόνυσος, ο αλπινιστής των σωμάτων και των καθαρτηρίων οργίων να γίνεται μαντατοφόρος και προάγγελος του Πάσχα. Ο Θεός των ορμέμφυτων, ο ευφρόσυνος και φαιδρός Θεός, ο διασαλευτής της καθιερωμένης τάξης, ο βρόμιος, ο εριβόας. Ιδού ο Παγανισμός, οι λατρευτικές πρακτικές του αρχαίου κόσμου και η βακχική τρέλα ριζωμένη από γενιά σε γενιά και δεμένη στο ράμμα που συνδέει την φυλή των Ελλήνων.
Και να,  με περπατησιά ανάποδη στις κυλιόμενες σκάλες του χρόνου, πως βρίσκομαι απ’ την Άρτα του σήμερα στο Ρωμιοπάζαρο της τουρκοκρατίας ή στις λεωφόρους της Αρχαίας Αμβρακίας, αλλά και στον κάμπο, στο Πετροβούνι, και στα πολυσέλιδα βουνά των Τζουμέρκων και του Ραδοβυζίου. Υφαντό νημάτων του άχρονου χρόνου και κληματσίδα που πλέκεται στα κλαδιά αλλοτινών εποχών, έχοντας κάτι από το Θεό του θορύβου, του σαματά, του κρασιού και της μέθης.
Αέρας με παίρνει ως την Άρτα της 24-3-1449. Παρών στη συνθήκη υποταγής στους Οθωμανούς με τον τελευταίο εκ των τεσσάρων όρων να προβλέπει «Ίνα πανδήμως ενδύωνται εν ταις δυσίν εβδομάσι της Αποκρέω και Τυρινής προσωπίδας και ευωχώνται δια μουσικών οργάνων… μετά πάσης ελευθερίας και διασκεδάσεως». Τόσο βαθιά η ρίζα του Λύσιου Διόνυσου.
Χάνομαι στην αρχαία Ελλάδα. Διονυσιακά όργια, νηστείες, βακχική λατρεία και μεταμφιεσμένοι. Τα αχαλίνωτα ένστικτα με προεξάρχων συμβολικό στοιχείο το φαλλό, σε μια τελεστική κάθαρση. Παράλληλα ο Διόνυσος ταυτίζεται και με τον Ζαγραίο, την προσωποποίηση του φαινομένου του θανάτου και της επιστροφής στη ζωή. Κι η λατρεία του οδηγεί στην ωμοφαγία. Τρώγοντας σάρκες ταύρου και πίνοντας το αίμα του Θεού κατακτείται η διττή δύναμη του και επέρχεται με τη μυστικιστική επικοινωνία ο καθαρμός της ψυχής  και ο εξαγνισμός.
Όμως τα αρχαία μυστήρια διαμορφώνονται, αναπροσαρμόζονται, αργά όπως ο σταλακτίτης και ο σταλαγμίτης. Άδηλο πώς.
Κυλά το ποτάμι του χρόνου και με εκβάλλει στο Ρωμιοπάζαρο.
Τουρκοκρατία. Η γκαμήλα, ο αράπης, το γαϊτανάκι, η αρκούδα, η μαϊμού, παιδιά με γάνες στα σκουφιά να πασαλείβουν όποιον συναντούν, νταούλια, κλαρίνα, τραγούδια, πειράγματα και οι υπαίθριες παραστάσεις του Πανάρατου.
«Δεν τους γαμάς τη μάνα / των κερατάδωνε/ θέλουν να μας βαρέσουν και πάλι σκιάζονται».
Πεντέξι βλαχοπούλες ορθές κατούραγαν/ και βγάλαν τη τζαμάρα και την εσούραγαν».
«Οι αρχόντοι τρων τα λάσσα/ κι οι φτωχοί ουρές που πράσα»
«Τούρκος δίχως αδικία / κι ακριβός χωρίς σολδία / Η Τουρκία με καμπάνες κι η φραγκιά χωρίς πουτάνες»
«Γιατρούδες» ονομάζονται οι μασκαρεμένοι. Κουδούνια, σκόρδα και κρεμμύδια κρέμονται στη μέση ή στ’ αχαμνά τους, ντύνονται γενίτσαροι, μπέηδες, φουστανελάδες ή με γυναικείες αμφιέσεις, φορούν αυτοσχέδιες χαρτονένιες προσωπίδες, ρεντιγκότες και μπαστούνια. Συνάμα η κριτική, η βωμολοχία, το τραγούδι, το κρασί και η ρακή ρέουν άφθονα. Ανατροπή των καθιερωμένων, απελευθέρωση, διαπόμπευση, μουντζούρωμα του καθωσπρεπισμού, σάτιρα. Κι όλα τούτα προάγγελοι του Πάσχα. Κι ακολουθούν τα κούλουμα, η νηστεία και μαζί το ερωτικό ξεφάντωμα της φύσης.
Όμως μ’ αρπάζουν τ’ αχνάρια του αίματος. Θυσίες ζώων στην αρχαία Αμβρακία κι ενίοτε μυσαρές θυσίες σκύλων. Κι από κει με τινάζουν στο 1850. Σκυλοκ’νιά ή σκυλοκούνια στον κάμπο επί τουρκοκρατίας αλλά και μετέπειτα ως το 1960. Οι σκύλοι δένονται ένας μετά τον άλλον και στροβιλίζονται σε διχάλα ύψους τριών μέτρων πάνω από λάκκο με νερό, όπου εν τέλει πέφτουν για να δεχτούν την ψυχρολουσία και τον εξαγνισμό. Μετεξέλιξη των μυσαρών θυσιών σε ηπιότερες μορφές.
Ηχούν κάλαντα του αρχαίου κόσμου και κάλαντα των Βαΐων. Όλα τ’ ακούω κι ας έψαλλα μόνο τα δεύτερα. Ο αναστηθείς Λάζαρος αποπλέει στο Κίτιον {Λάρνακα} και αργότερα γίνεται επίσκοπος Κύπρου. Στην Ήπειρο εκατοντάδες χρόνια αργότερα ο Λάζαρος γίνεται ανθρωπόμορφο ομοίωμα με δύο διασταυρούμενα ξύλα, όπως τα σκιάχτρα των αγρών. Απομεινάρια της ειδωλολατρίας, μεταφερόμενα όπως η γύρη του χρόνου.
Αλλά και θυσίες μεταφερόμενες στους μύθους, όταν τον έκτο αιώνα το Βυζαντινό κράτος απαγόρευσε κάθε παγανιστική πρακτική που σχετιζόταν με θυσίες ζώων. Και να  πως και γιατί ο πρωτομάστορας χτίζει τη γυναίκα του να στεριώσει το γεφύρι. Ωστόσο και θυσίες πραγματικές, παρά τις απαγορεύσεις. Κι ορισμένες έως πρόσφατα {που και που μέχρι σήμερα} όταν κοκόρια σφάζονταν στα θεμέλια των σπιτιών και παραδίπλα έστεκε ο παπάς με το τρισάγιο.
Μεγάλη βδομάδα. Και να ‘μαι με το καλάθι, τις δάφνες, τ’ αυγά και μια θλίψη καταμεσής της άνοιξης. Ίδια η μοβ φωτιά της κουτσουπιάς, εδώ κι εκεί στο λόγγο.
«Σήμερον μαύρος ουρανός / σήμερον μαύρη μέρα / σήμερον έβαλαν βουλή / οι άνομοι Εβραίοι/ οι άνομοι και τα σκυλιά/ και τρις καταραμένοι…».
Σταυρωμένη Παρασκευή. Επιτάφιος. Κάτι να θυμίζει από τα αρχαία ανθεστήρια. Και μετά τον επιτάφιο βουρ τα Αρτινόπουλα στη συνοικία Εβραϊκά να ρίξουν πέτρες και χαλίκια στα σπίτια των Εβραίων. Μέχρι τις 24-3-1944 που τους πήραν οι Γερμανοί και πλην ελαχίστων, όλοι οι άλλοι έσβησαν στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως.
Κι όμως «Πάσχα», λέξη εβραϊκή. Και εορτή. Για τους Εβραίους προς ανάμνηση της διάβασης του εξολοθρευτού αγγέλου από τα σπίτια τους στην Αίγυπτο χωρίς να τους βλάψει και της διάβασης της Ερυθράς θάλασσας και για τους Χριστιανούς σε ανάμνηση της διάβασης του Θεανθρώπου από το γη και την απολύτρωση από το θάνατο δια της Αναστάσεως Του.
Διασταύρωση ανέμων και συγκομιδή ιδεών και συνηθειών. Φράχτες ίσως ή φωτεινά καράβια στο διάβα του μονότονου χρόνου. Μα και ανάγκη και πίστη.
Όπως και να ‘χει Πάσχα των Ελλήνων κι έθιμα. Έθιμα από αρχής Ελλήνων. Χοιροσφαγία στον αρχαίο κόσμο. Σφαγή γουρουνιών τα Χριστούγεννα και αρνιών το Πάσχα στη σύγχρονη εποχή.  Και μαζί η παγανιστική μαντεία και τότε και τώρα. Ωμοπλατοσκοπία και σπλαχνοσκοπία. Στο κόκαλο της πλάτης ή στο συκώτι των σφαχτών τα σημάδια προφητεύουν το μέλλον. Ασθένειες, υγεία, θανάτους, χαρές και προκοπή.
Όπου πατήσεις φωνές σ’ αντιχτυπούν κάτω απ’ το χώμα, κάτω απ’ τις πέτρες. Αρκεί να σκύψεις και ν’ ακουρμαστείς. Λιθοβόλια στην Αρχαία Αμβρακία των εικοσιπέντε χιλιάδων κατοίκων. Οι νεαροί Αμβρακιώτες βγαίνουν στο Πετροβούνι και μιμούνται την πάλη των γιγάντων και των τιτάνων.
Μέρες Πάσχα επί τουρκοκρατίας. Ελληνόπουλα και τουρκόπουλα στο ίδιο μέρος, με το ίδιο πάθος ανοίγουν κεφάλια στον πετροπόλεμο εν μέσω βωμολοχιών. Μέρες Πάσχα κι αργότερα, όταν χάνονται οι Τούρκοι. Από τους χαιρετισμούς ακόμη. Ανάβουν φωτιές στο προαύλιο των εκκλησιών, συγκεντρώνουν πέτρες και κρατούν τζουμάκια. Με φωνές, με πέτρες, χτυπήματα με ξύλα και κατάμαυροι σα δαίμονες, γανωμένοι στο πρόσωπο και στα χέρια και με καπέλα από χαρτόνι εφορμούν οι αντίπαλοι να πάρουν τη φωτιά. Αντίπαλοι η μια γειτονιά με την άλλη.
Και να ‘τους ακόμα σήμερα. Στα γήπεδα ή στις οθόνες των υπολογιστών με ασώματους αντιπάλους να συνεχίζουν εν αγνοία και σπανιότερα εν γνώσει τους το προαιώνιο παιχνίδι.

Πάλι κάτι με παίρνει, με τραβά. Τραγωδίες να δω στο μεγάλο και στο μικρό θέατρο της Αμβρακίας.  Κι έξαφνα ο χορός και οι πρωταγωνιστές αλλάζουν πρόσωπο, γίνονται ιερείς και ψάλτες στο Άγιο Δημήτριο, στον Παντοκράτορα, στον Άγιο Νικόλαο.
Γαϊτανάκι του χρόνου, γύρω απ’ το οποίο χορεύει ο λαός μας ακροβατώντας ανάμεσα στον παγανιστικό μονοθεϊσμό και στην αγαθή συνύπαρξη των στοιχείων που πιστοποιούν τη συνέχιση της φυλής των Ελλήνων. Αλλά τούτο αφορά κάθε λαό αφού από κανέναν δεν λείπει το παγανιστικό παρελθόν.
Και τι πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα από τούτο. Όταν τύχαινε ανομβρία έσμιγαν όλες οι δυνάμεις. Οι παγανιστικές, οι δεήσεις των χριστιανών κι οι δεήσεις των μουσουλμάνων. Εδώ οι ιερείς, εκεί οι ιμάμηδες και στα χωράφια ή στις γειτονιές οι μπαρμπαρούσες ή περπερούνες, κορίτσια στολισμένα με πρασινάδες και λουλούδια (ομοιάζοντες με τον Διόνυσο) να τραγουδούν.
«Μπαρμπαρούσα περπατεί / το Θεό παρακαλεί/ για να ρίξει μια βροχή / μια βροχή καλή, καλή / για να γίνουνε τα στάρια/ να γεμίσουνε τ’ αμπάρια»
Έτσι σμίγουν και μπλέκονται οι καιροί κι οι συνήθειες και πάνω στους αρχαιοελληνικούς ναούς κτίστηκαν εκκλησίες, στις εκκλησίες τζαμιά και στα τζαμιά ξανά εκκλησίες.
Για να σκύβουμε σήμερα στη χύτρα του χρόνου που κόχλασε το παρελθόν και θα κοχλάσει το παρόν και το μέλλον και να γευόμαστε τον πλούτο της παράδοσης, όπως τα πολυσπόρια που βράζουν στις 21/11 στη γιορτή της Μεσπορίτισσας (Ιερός ναός της μητρόπολης) και θυμίζουν κάτι από την Θεά Δήμητρα που (μαζί με τον εξελισσόμενο Διόνυσο) ήταν το σύμβολο της γονιμότητας, της παραγωγικότητας και της αφθονίας της μήτρας της μητέρας γης.

*Ο Γιάννης Καλπούζος
είναι ποιητής

Λάσσο= το κοινoτικό ταμείο της πόλης από εισφορές, κληροδοτήματα κλπ.
Σολδίο= χάλκινο βενετικό νόμισμα
Τζαμάρα = είδος φλογέρας.
Ρωμιοπάζαρο = σημερινή οδός Σκουφά, τότε πολύστροφος δρόμος.