2005-2012, ΠΕΡΙΟΔΟΣ Α'
Σας ευχαριστούμε
ΑRTA PRESS


Γιάννης Καλπούζος - Πάνω απο όλα αισθάνομαι ποιητής

Δημοσίευση: 02-08-2007 - Τεύχος: Τεύχος 14 (Νοέμβριος 2006)



ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ
“Πάνω απ’ όλα αισθάνομαι ποιητής”


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΝΤΙΝΟΣ ΓΙΩΤΗΣ

Από την εποχή του "Ερως και Ευρώς" μέχρι σήμερα στην εποχή του "Παραμιλητού των Σκοτεινών Θεών", τί νοιώθετε ότι έχετε δει απο "τη φόδρα της ζωής";
Τι ερώτηση! Ίσως ως απάντηση θα έπρεπε να παραπέμψω σε ό,τι έχω γράψει μέχρι σήμερα. Όλα μου τα κείμενα βυθοσκοπούν τη ζωή και τον άνθρωπο. Το υπόρραμμα, το εσωτερικό, το οποίο ωστόσο δεν βρίσκεται πάντοτε στη σκιά του εμφανούς. Αντίθετα εναλλάσσεται στην επιφάνεια ως αξία και ουσία το ορατό με το αόρατο. Η όραση και η ενόραση. Η ισοβαρής κατανομή της προσπάθειας κάθε ανθρώπου μεταξύ αυτών των δύο, είναι για μένα και το μεγάλο ζητούμενο. Σε καθαρά προσωπικό επίπεδο, το διάστημα αυτό λειτούργησε ως άσκηση και μαθητεία στο δρόμο προς την αυτογνωσία. Ως γενικότερο όμως καταστάλαγμα και απόφθεγμα θα επαναλάμβανα αυτό που καταχώρησα στην προμετωπίδα του μυθιστορήματός μου ‘’Παντομίμα φαντασμάτων’’. «Υποθετικά κατακτάς το απόκρυφο. Υποθετικά θεωρείς πως πλησίασες ένα μηδαμινό μέρος της αλήθειας. Κι όποιος λογίζει σιγουριά την υπόθεση, ματαιοπονεί. Μα κι όποιος διατηρεί την αμφιβολία, ας μη θεωρήσει τον εαυτό του νικητή».

Εχετε δοκιμαστεί ως πεζογράφος, ποιητής, στιχουργός. Τι είναι εκείνο που σας ωθεί να εκφράζεστε με διαφορετικές φόρμες;
Τρεις θα έλεγα ότι είναι οι σπουδαιότεροι λόγοι. Πρώτος, οι προκλήσεις, με την έννοια της προσωπικής δοκιμασίας, όπως ξετυλίχθηκαν μέσα από τυχαία περιστατικά, προσωπικές σχέσεις και συγκυρίες την τελευταία δεκαετία. Άλλωστε ποτέ σε μικρότερες ηλικίες δεν σκεφτόμουν ότι κάποτε θ’ ασχοληθώ συστηματικά με κάποια από τις σημερινές μου δραστηριότητες.
Δεύτερος λόγος είναι το γεγονός ότι η γλώσσα, ως συνεκτικός και ουσιώδης κρίκος κάθε μορφής γραφής, αποτελεί για μένα την πεμπτουσία κάθε έργου μου και οι διαφορετικές «φόρμες» μου δίνουν την ευκαιρία, αντλώντας από το θησαυροφυλάκιο της, να οδηγούμαι σε νέα εκφραστικά και αισθητικά αποτελέσματα.
Και τρίτος λόγος, η θέλησή μου να εκφραστούν τα συνυπάρχοντα πολλά πρόσωπα στην ιδιοσύστασή μου ως δημιουργού και ανθρώπου.
Επίσης οι δυνατότητες που μου προσφέρει κάθε είδος γραφής να αναπτύξω όσα στοχάζομαι, αισθάνομαι, με απασχολούν και θεωρώ ότι υπάρχει αιτία να τα κοινοποιήσω.


Πολλοί σας (ανα)γνωρίζουν ως στιχουργό γνωστών τραγουδιών, όπως το "Δέκα Μάγισσες" ή  πρόσφατα του ύμνου της "Αναγέννησης". Είναι η στιχουργική η βαθύτερη αγάπη σας;
Το καλύτερο διαβατήριο σε ό,τι αφορά την αναγνωρισιμότητά μου μέσα από τα τραγούδια ήταν το «ό,τι αγαπώ είναι δικό σου», που ερμήνευσε η Γλυκερία. Αγαπώ τα τραγούδια, χαίρομαι να τ’ ακούω, να δίνω το δικό μου στίγμα, να τα τραγουδά ο κόσμος. Αρκετοί με ανακαλύπτουν μέσα από το τραγούδι και με προτρέπουν να ασχοληθώ περισσότερο μιας και είναι τόσο δημοφιλές,  αλλά και γιατί είναι το πλέον προσοδοφόρο. Παρόλα αυτά και χωρίς να υποτιμώ καμιά ιδιότητά μου, αισθάνομαι πάνω απ’ όλα ποιητής και η ποίηση είναι ο μεγαλύτερος μου έρωτας και η πιο βαθιά μου αγάπη. Άλλωστε την ποίηση μεταφέρω και στα τραγούδια και στα διηγήματα και στα μυθιστορήματά μου. Η ψυχική δύναμη που εισπράττω με αποζημιώνει σε βαθμό που παραμελώ πολλές φορές την αγάπη μου για τη στιχουργική και την πεζογραφία.

Πιστεύετε ότι ο άνθρωπος είναι "πεπρωμένο" ή απλούστατα η τύχη είναι αυτή που κυβερνά τα πράγματα στον κόσμο, οπότε " άδικα κρατάς όρθια την κάννη";
Η ερώτησή σας προφανώς παραπέμπει και στην «ΕΝΑΤΗ ΝΥΧΤΑ» της συλλογής μου «Το παραμιλητό των σκοτεινών Θεών». Νομίζω ότι το ίδιο το ποίημα εμπεριέχει εν μέρει την απάντηση. Από τη στιγμή που συντελείται η εκτίναξη προς το πεδίο που διάλεξες ν’ αγωνιστείς, αφήνεις αμετάκλητα πίσω σου την αταραξία των πραγμάτων και πλέον πορεύεσαι σύμφωνα με τις επιλογές σου, τα περιθώρια που άλλοι διαμορφώνουν, τους τρόπους και τα μέσα που επιθυμείς ή αρνείσαι να μεταχειριστείς.
Δεν πιστεύω στο «πεπρωμένο». Όμως  το τυχαίο ενυπάρχει στο δρόμο της ζωής. Όπως το πρόσωπο το οποίο υπαινίσσεται το ποίημα ότι πατά τη σκανδάλη. Ανάμεσα σε εκατομμύρια ανθρώπους έχεις τη δυνατότητα να γνωρίσεις επί της ουσίας ελάχιστους κι ανάμεσα σ’ αυτούς καλείσαι ν’ αποφασίσεις με ποιους θα συμπορευτείς. Αυτό ονομάζω τύχη.
Ποιοι θα βρεθούν στο δρόμο σου; Και πότε; Αφήνω κατά μέρος τα τυχαία γεγονότα που μπορούν να ανατρέψουν ή να ανορθώσουν την πορεία σου.

Ανήκετε σε εκείνους που υποστηρίζουν πως η ελληνική γλώσσα φτωχαίνει;
Ακούω πολλές φορές να λέγεται κάτι τέτοιο. Κι εγώ ρωτώ. Φτωχαίνει σε σχέση με τι; Με παλαιότερα χρόνια; Στα βιβλία που εκδίδονται; Στον έντυπο ή ηλεκτρονικό τύπο; Στα σχολεία; Στους διαλόγους που αναπτύσσουν οι καθημερινοί άνθρωποι; Στις πόλεις; Στα χωριά; Στις συζητήσεις των νέων; Φτωχαίνει στην αισθητική της; Στον τρόπο που εκφέρεται ο προφορικός λόγος ως γεννήτορας συγκινήσεων; Στο λεξιλόγιο;
Σε κάθε περίπτωση και ως γενικό συμπέρασμα έχω τη γνώμη ότι βρίσκεται μεταξύ στασιμότητας και μερικών πόντων προς την πρόοδο. Στις μέρες μας κυριαρχεί η εικόνα, οι ταχύτητες αποτρέπουν την σε βάθος ανάγνωση, οι τρόποι διασκέδασης δεν ευνοούν τη συζήτηση, αναπτύσσεται η εξειδικευμένη ορολογία, γίνεται χρήση ατόφιων λέξεων άλλων γλωσσών, όμως κοιτάζοντας προς τα πίσω και συγκρίνοντας αναγκαστικά σε ποσοστιαία πληθυσμιακή βάση, δεν νομίζω ότι υπήρξε κάποια καλύτερη εποχή. Το ζήτημα είναι ότι έχουμε κάνει άλματα στην τεχνολογία, ενώ στον τομέα της πνευματικότητας διανύσαμε μόλις λίγους πόντους. Έχουμε λιγότερους αναλφάβητους, έχουμε και περισσότερες γνώσεις, τις οποίες όμως θεωρούμε ως εργαλείο επαγγελματικής αποκατάστασης. Τις βυθίζουμε μέσα μας ως περιττές και τις ανασύρουμε όποτε χρειαστούν στις επαγγελματικές μας επιδιώξεις Η πνευματική αναζήτηση, κύριο μέρος της οποίας είναι και η γλώσσα, αφορά όπως πάντα ελάχιστους.

Δέχεστε την κατηγοριοποίηση "Αρτινοί λογοτέχνες";.
Διαφωνώ γενικά με τις κατηγοριοποιήσεις και ιδιαίτερα στο χώρο της λογοτεχνίας. Δεν ταυτίζομαι με ομάδες, δεν διαχωρίζω τη λογοτεχνία σε «γυναικεία» και «αντρική» και είμαι πολύ επιφυλακτικός στις ονομαζόμενες «σχολές». Εξίσου επιφυλακτικός είμαι σε σύνδρομα τοπικού περιφερειακού χαρακτήρα. Δεν άκουσα για παράδειγμα ποτέ την ορολογία «Αθηναίοι λογοτέχνες» προφανώς δεν υφίσταται τέτοια ανάγκη ή ο Αθηναίος αυτόματα θεωρείται και πανελλήνιος. Σε κάθε περίπτωση κι όπως ακούω το «Αρτινοί λογοτέχνες» μένω στην πρόθεση εκείνου που το λεει, αν και ο πληθυντικός
ενοχλεί γιατί συγκροτεί από μόνος του ομάδα με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Με αυτή την οπτική γωνία, αποδέχομαι την καλή πρόθεση της κατηγοριοποίησης εάν έτσι προσδιορίζεται ο τόπος καταγωγής και μόνο. Αντίθετα την απορρίπτω, εάν η κατηγοριοποίηση στοχεύει στην υποβάθμιση ή στον περιορισμό της εμβέλειας του έργου οποιουδήποτε δημιουργού στα όρια του νομού. Σε ό,τι με αφορά είμαι Αρτινός, αγαπώ
τον τόπο μου και μ’ έχει τιμήσει επανειλημμένα, όμως η λογοτεχνική μου έκφραση έχει κέντρο τη ζωή και τον άνθρωπο χωρίς εσωτερικά ή εξωτερικά σύνορα όποιας μορφής. Ο γενέθλιος τόπος υπάρχει στα έργα μου, όπως η Ελλάδα, όπως όλος ο κόσμος και το σύμπαν και απευθύνομαι σε όποιον μπορεί και θέλει να γίνει κοινωνός των μύχιων της ψυχής μου οπουδήποτε κι αν βρίσκεται.

Εξακολουθείτε να επιστρέφετε στο γενέθλιο τόπο, κυριολεκτικά και μεταφορικά;
Χωρίς αμφιβολία επιστρέφω και με τους δύο τρόπους. Στο χωριό μου στις Μελάτες ζουν οι γονείς μου και τους επισκέπτομαι με κάθε ευκαιρία, αν και πολύ λιγότερο από όσο θα ήθελα.
Συχνότερες ωστόσο είναι οι επαφές με τη μεταφορική έννοια και κύρια κατά τις ώρες της γραφής. Η αναζήτηση εικόνων πολλές φορές έχει ως αφετηρία το χωριό μου, την Άρτα, τις ενθυμήσεις μου από τον τόπο,
τα φαινόμενα, τις συνήθειες και τους ανθρώπους. Στέλνω τα μάτια μου στην κορυφή των Τζουμέρκων ή των Ραδοβυζίων κι αγναντεύω ως τον Αμβρακικό. Εστιάζω την προσοχή μου στα ρέματα, στα ποτάμια, στους λόγγους, στο ελάχιστο ή το μέγιστο που συντελείται στο φυσικό κόσμο, στις γεύσεις, στα χρώματα, στους ήχους και στις μυρουδιές όπως έρχονται
από την παιδική μου ηλικία, αλλά και σε όσα ανακαλύπτω στις τωρινές μου επισκέψεις.

Τί σας αρέσει από (σ)την 'Αρτα;
Πέρα από τον τόπο, απ’ τον οποίο έτσι κι αλλιώς βαπτίστηκε η ψυχή μου, μ’ αρέσει αυτή η λαϊκή σοφία που αποκτούν οι απλοί άνθρωποι καθώς μεγαλώνουν. Αν και βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία, θεωρώ ότι ακόμη υφίσταται ως πραγματικότητα. Το γιατί και το πώς, απαιτεί σε βάθος και επί μακρόν ανάλυση. Θα μπορούσα να πω επιγραμματικά, ότι ο βομβαρδισμός μέσω της τηλεόρασης
και όχι μόνο, για τη διαμόρφωση ευτελών προτύπων, δεν κατάφερε προς το παρόν να εξοστρακίσει παντελώς τα ερεθίσματα που μεταδίδει η κοχλάζουσα αληθινή πλευρά
της ζωής στους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής της Άρτας.

Τί δεν σας αρέσει από (σ)την Άρτα;
Μ’ ενοχλεί η αισθητική αλλοτρίωση, η κακογουστιά, ο μικροαστισμός και ο νεοπλουτισμός που βρίσκονται σε έξαρση. Μ’ ενοχλεί ο μιμητισμός.
Να  βλέπω την πλειοψηφία του κόσμου να σύρεται σε ό,τι γίνεται μόδα- κι αυτό έχει πολλές ρίζες και παραφυάδες- ν’ ακολουθεί τις προσταγές του θύτη που το θύμα τις ονομάζει επιλογές του. Καμιά περίσκεψη, καμιά υποψία.
Μ’ ενοχλεί η έλλειψη πνευματικότητας. Αλλά όλα αυτά δεν αφορούν μόνο την Άρτα, το πρόβλημα είναι γενικότερο. Όχι, στην Άρτα δεν μ’ ενοχλεί κάτι περισσότερο απ’ ό,τι δεν μ’ αρέσει οπουδήποτε αλλού.

Ετοιμάζετε κάτι αυτόν τον καιρό;
Αυτή τη χρονιά έχω αποφασίσει ν’ αφιερωθώ στη γραφή στίχων για τραγούδια, μιας κι έχει αδειάσει το συρτάρι μου. Το υποσχέθηκα και πέρυσι στον εαυτό μου αλλά αθέτησα την υπόσχεσή μου. Όταν με καταλαμβάνει αυτή η έκσταση, αυτή η ενσυνείδητη παραίσθηση όπως την ονομάζω- γιατί μ’ αυτό τον τρόπο γράφω-  η όποια πειθαρχεία μου γίνεται βορά άλλων δυνάμεων. Σε κάθε περίπτωση βρίσκομαι επί των επάλξεων.
Πού θα οδηγήσει ο ορυμαγδός των εκρήξεων και η κονιορτοποίηση της πέτρας του νου όταν συμβεί, άγνωστο.

Ο Γιάννης Καλπούζος γεννήθηκε στο χωριό Μελάτες της Άρτας, το 1960.
Από το 1982 ζει στην Αθήνα και εργάζεται στο Υπουργείο Οικονομικών. Μέχρι σήμερα εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές “To παραμιλητό των σκοτεινών Θεών” (Ίκαρος, 2006), «Έρως και Ευρώς» (Ιδ. Έκδ.1990), «Με το ρυθμό της βροχής» (Ιδ. Έκδ.1992) και «Το νερό των ονείρων» ( Ελληνικά Γράμματα, 2000). Επίσης, τα μυθιστορήματα “Παντομίμα Φαντασμάτων” (Aγκυρα, 2006) «Μεθυσμένος δρόμος» ( Ελληνικά Γράμματα, 2000) και τη συλλογή διηγημάτων «Μόνο να τους άγγιζα» (Kέδρος, 2002). Από το 1995 έχει υπογράψει τους στίχους 50 τραγουδιών, μεταξύ των οποίων τα, «Δέκα μάγισσες», «Ό,τι αγαπώ είναι δικό σου», «Τι έxουνε τα μάτια σου», «Brazil», «Τι μου’χει φταίξει, τι μου’ χει λείψει», «Απ’ την Πρέβεζα στα Γιάννενα», «Γιατί πολύ σ’ αγάπησα». Ακόμη τους στίχους 18 τραγουδιών στο παιδικό θεατρικό «Τρυφεράκανθος» της Ελένης Πριοβόλου ( Ελληνικά Γράμματα, 2001). Τραγούδια του έχουν ερμηνεύσει η Γλυκερία, ο Ορφέας Περίδης, ο Γιάννης Σαββιδάκης, η Καίτη Γαρμπή, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, η Ελένη Πέτα, οι Οπισθοδρομικοί, κ.ά. Τέλος, έχει γράψει κείμενα για ντοκιμαντέρ.